17/6/07

Πιστοποιητικά Πατριωτισμού - ΑΛΕΞΗ ΠΑΠΑΧΕΛΑ

Η ιστορία παθιάζει και διχάζει αυτήν τη χώρα. Σημαίνον κυβερνητικό στέλεχος εξομολογείτο τις προάλλες πως «το σχολικό βιβλίο της Ιστορίας μάς έχει κοστίσει πολύ περισσότερο από τα ομόλογα». Κάθε μέρα βρίσκω πάνω στο γραφείο μου επιστολές, ειδημόνων και μη, για το αν έκανε καλά ο Ελευθέριος Βενιζέλος να στείλει τα ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη, το 1919. Συχνά συναντώ νέα παιδιά που ρωτάνε με αγωνία «τι ακριβώς συνέβη με την Κύπρο το 1974;». Ολα αυτά δείχνουν πως ο Ελληνας έχει μια παθιασμένη σχέση με την Ιστορία.

Γιατί είμαστε, τότε, τόσο μα τόσο φτωχοί στη μελέτη της Ιστορίας; Επισκεφθείτε ένα κεντρικό βιβλιοπωλείο και ψάξτε να βρείτε μια μεγάλη βιβλιογραφία του Τρικούπη, του Βενιζέλου ή του Μεταξά. Δεν θα βρείτε παρά αγιογραφίες, λιβέλλους, αποσπασματικές μελέτες πανεπιστημιακών. Σε κανένα ράφι δεν θα βρείτε το αυτονόητο για κάθε μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα: ένα εύπεπτο αλλά «βαρύ» βιβλίο για τον Κλεμανσώ ή τον Τσώρτσιλ.

Εχω πολλές φορές ακούσει το κλισέ «μα, είναι πολύ φρέσκα ακόμη τα πράγματα». Μα αυτήν η φράση δείχνει ακριβώς την πολιτική μας ανωριμότητα. Πόσοι αιώνες πρέπει να περάσουν για να συζητήσουμε ψύχραιμα, αλλά ωμά τα τραγικά λάθη του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου τα οποία πλήρωσε ακριβά και η Κύπρος αλλά και η ελλαδική πολιτική ζωή; Πόσες δεκαετίες θα χρειασθεί να μεσολαβήσουν για να αρχίσουμε να συζητάμε όχι το τι συνέβη στην προκυμαία της Σμύρνης το 1922, αλλά το τι προηγήθηκε και το αν αποτελούσε γεωοπολιτική γκάφα του Βενιζέλου ή όχι.

Μεγαλώσαμε δυστυχώς στην περίοδο της μεταπολίτευσης με τα ευκολοχώνευτα κλισέ μιας ψευδοαριστερής και ξενόφοβης διανόησης που δεν επέτρεπε στην «άλλη» άποψη να εκφρασθεί καν. Το κλισέ βασίλευε και προστάτευε με μια ιδιότυπη ασυλία ιστορικά πρόσωπα και «επεισόδια».

Οταν συνδυάζεις το πάθος με την άγνοια δεν έχεις συνήθως το καλύτερο μείγμα ιστορικής γνώσης και κρίσης. Αν μάλιστα προσθέσουμε στο σκηνικό και το περίφημο Εργαστήριο Πιστοποίησης Πατριωτισμού, τότε τα πράγματα περιπλέκονται. Ποιο εργαστήρι; Αυτό που εδώ και χρόνια αντικατέστησε τους μηχανισμούς παροχής πιστοποιητικών φρονημάτων. Πρόκειται για όσους είναι βέβαιοι ότι κατέχουν την Αλήθεια και απαιτούν όλοι μας να παίρνουμε πιστοποιητικό πριν εκφράσουμε άποψη για την ιστορία ή θέματα εξωτερικής πολιτικής.

Δεν ανήκω στη σημιτική σχολή που ήθελε να μετατρέψει τον μεσογειακό νεοέλληνα σε καλβινιστή, ορθολογιστή τυπικό Ευρωπαίο. Με αρέσει να παθιάζομαι, συγκινούμαι αδικαιολόγητα όταν βλέπω ελληνική σημαία σε νησιώτικο εξωκλήσι και δεν με πειράζει να αφήσω 2-3 λαϊκούς θρύλους ανέπαφους για να συντηρήσω τη «μεγάλη αφήγηση» που χρειάζεται κάθε χώρα για να ζει. Δεν ανέχομαι όμως καμιά συντεχνία «πατριωτών» να παίζει στη χώρα μου τον ρόλο των ακραίων ορθόδοξων Εβραίων στο Ισραήλ, να κρίνει μόνη της τι είναι επιτρεπτό και τι όχι. Και εν τέλει αυτό που αναζητώ είναι μια μορφή πατριωτισμού που δεν βασίζεται όμως ούτε σε κλισέ ούτε σε συνωμοσιολογικές κατασκευές, αλλά σε σοβαρή και ψύχραιμη μελέτη της ιστορίας.

"Η Καθημερινή", 17/06/2007

Προσβλέψεις σε μέλλον μετα - εθνικιστικό - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε (ή να προετοιμάσουμε) ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Έναν τρόπο γειτονίας και συνύπαρξης ελεύθερον από τις αγκυλώσεις εμμονής στη δάνεια (και για τους δυο λαούς) εκδοχή του νεωτερικού έθνους - κράτους;

Αρνητικό επακόλουθο της δυτικής εκδοχής του έθνους - κράτους στη Νεωτερικότητα (πανθομολογούμενο σε πλήθουσα διεθνή βιβλιογραφία) είναι το χάσμα (ρήξη, αντίθεση, αντιπαλότητα) ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στους μηχανισμούς του κράτους. Αν και τους διαχειριστές των μηχανισμών τους λέμε «κοινωνικούς λειτουργούς», το φαινόμενο αυτονόμησης των στόχων και επιδιώξεων του κράτους από τις ανάγκες και προτεραιότητες του κοινωνικού σώματος είναι κανόνας στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα. Οι εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα.

Ενδεικτικό παράδειγμα, γνωστότατο: Συμφέρει το κράτος να «εξάγει» εσωτερικές κρίσεις, πολιτικές ή οικονομικές, δημιουργώντας (ή συντηρώντας) διακρατικές προστριβές. Έτσι αποσπά το ενδιαφέρον των πολιτών από λάθη, αρνητικές συγκυρίες, αλλά, κυρίως, από την ανικανότητα των κρατικών αξιωματούχων να διαχειριστούν τα κοινωνικά προβλήματα. Οι κοινωνίες θα επιθυμούσαν ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονες, οι οικονομικοί ή στρατιωτικοί γραφειοκράτες προωθούν συρράξεις και αναμετρήσεις.

Η δάνεια για την Τουρκία και την Ελλάδα δυτική εκδοχή του έθνους - κράτους στη Νεωτερικότητα έχει ως βασικό γνώρισμα το δόγμα ότι η κοινωνική συνοχή συγκροτείται με ορθολογική αποδοχή από όλους τους πολίτες των αρχών ενός «κοινωνικού συμβολαίου» (του «Συντάγματος»). Αυτό το δόγμα πιθανόν να αποδείχνεται αποδοτικό σε κοινωνίες με εθισμούς πολλών αιώνων στην προτεραιότητα νομικών σχημάτων και ηθικιστικού ορθολογισμού για την οργάνωση της ζωής και της νοο-τροπίας. Αλλά δεν είναι τέτοια η περίπτωση ούτε της Ελλάδας ούτε και της Τουρκίας.

Στην ευρεία γεωγραφική περιοχή που αποτέλεσε για πολλούς αιώνες χώρο ενιαίας αυτοκρατορίας –της ρωμαϊκής (με κέντρο τη Nova Roma - Κωνσταντινούπολη) και της Οθωμανικής– η κοινωνική συνοχή ήταν πάντοτε προϊόν κοινού πολιτισμού, όχι κοινής υπηκοότητας. Και ο πολιτισμός (τρόπος του βίου, έκφραση νοήματος του βίου) είχε οπωσδήποτε καταγωγή και έκφραση θρησκευτική. Οι θρησκείες ήταν πάντοτε η σαρκωμένη σε λαϊκό βίωμα μεταφυσική, το έμπρακτο «νόημα» του βίου, γι’ αυτό και η Ιστορία της Τέχνης είναι ιστορία θρησκευτικής κατά κανόνα εκφραστικής.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν η ανεκτικότερη στη συνύπαρξη κοινωνικών ομάδων με τη δική της η καθεμιά κοινωνική - πολιτιστική συνοχή. Ομάδων μέσα στην ίδια πόλη και στο ίδιο χωριό, με σαφή και έμπρακτη, αλλά διαφοροποιημένη τη θρησκευτική πολιτιστική τους ταυτότητα, που ωστόσο συζούσαν αρμονικά και κοινωνούσαν τη χρεία, όχι και την πίστη. Βέβαια, η ανοχή αυτής της συνύπαρξης (από την κεντρική ή την τοπική εξουσία) δεν ήταν σταθερή και μακρόβια, αλλά οπωσδήποτε πλεονεκτική σε σύγκριση με τη βίαιη αλλαξοπιστία που επιβαλλόταν στις φραγκοκρατούμενες περιοχές.

Μετα-εθνικιστική αντίληψη της σχέσης των Ελλήνων με τους Τούρκους είχε, με το υπέρχρονο ήθος του, ο εκπληκτικός Μακρυγιάννης. Αυτός πολεμούσε τους Τούρκους όχι σαν αλλόφυλους και αλλόθρησκους, όχι σαν βάρβαρους ή παρακατιανούς. Στον αγώνα με τους Έλληνες «οι Τούρκοι είναι στο άδικο», αυτό μόνο, «ότι βγήκαν από του Θεού τον δρόμον οι Τούρκοι».

Ο Μακρυγιάννης σέβεται και τιμά κάθε πίστη που είναι συνεπής «στου Θεού τον δρόμον». Δεν αξιολογεί τη δική του πίστη σαν ιδεολόγημα υπέρτερο από άλλες πίστεις. Είναι ο τρόπος του δικού μας λαού «να δοξάζει τον Θεόν ορθοδόξως και ανατολικώς», ενώ άλλοι λαοί αλλιώς τον δοξάζουν. «Και τί έχεις εσύ διά μένα τί δοξάζω εγώ; Και διατί να φροντίζω εγώ διά σένα τί δοξάζεις; Ο Θεός ας θεωρήσει του κάθε ενού τη γνώμη, είναι φροντίδα αυτουνού».

Στη δυτική Νεωτερικότητα τα εθνοκρατικά συμφέροντα επενδύονται σε δήθεν «συγκρούσεις πολιτισμών», ο πρωτογονισμός του θρησκευτικού φανατισμού (παθολογία και διαστροφή της μεταφυσικής) γίνεται εργαλείο ή πρόσχημα εμπορίας του πολέμου, σφετερισμού πηγών ενέργειας. Και η ζωή στον πλανήτη μετασχηματίζεται σε εφιάλτη φρίκης και παραλογισμού (μιας «αντι-τρομοκρατικής» τρομοκρατίας σήμερα), εφιάλτη που λανσάρεται σαν ηδονικό αποχαυνωτικό υπερθέαμα – έστω και αν ένα μόνο σκηνικό, αυτό των Δίδυμων Πύργων, στοίχισε φρικώδη θάνατο κάποιων χιλιάδων ανθρώπων.

Αυτά όλα αδύνατο να μας εμποδίσουν το όνειρο. Τον ρεαλισμό του ονείρου που βεβαιώνει ότι η διαφορά πολιτισμών, δηλαδή μεταφυσικής - νοήματος και των παραγώγων τους στην Τέχνη, δεν σημαίνει αντιπαλότητα λαών. Ο εθνικισμός οδήγησε τους Τούρκους να συγκροτήσουν κράτος με προϋπόθεση συνοχής τις εξακολουθητικές γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις, τον έλεγχο του πολιτικού βίου από τον στρατιωτικό βούρδουλα. Και ο εθνικισμός (όχι η εμπράγματη μεταφυσική) οδήγησε τον Ελληνισμό στο ιστορικό του τέλος, τον μετάλλαξε από κοσμοπολίτικη πρόταση πολιτισμού σε βαλκανική καχεξία με αποφορά επαρχιωτίλας «μπαίγνιο» Σκοπιανών και Αλβανών.

Το όνειρο μπορεί να προετοιμάσει ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Να το προετοιμάσει ρεαλιστικά, δηλαδή πολιτικά, όχι ιδεολογικά ή με συναισθηματικές αερολογίες. Ποιές διαφορές συμφερόντων αντιθέτουν τους δύο λαούς; Αν η Τουρκία παραιτηθεί από τις επεκτατικές βλέψεις του κρατικού εθνικισμού της, οι διαφορές μάλλον συνοψίζονται στην κυριότητα ή στα ποσοστά συγκυριότητας πλουτοπαραγωγικών πηγών ενέργειας. Αν για τις γείτονες κοινωνίες προέχει η ειρηνική συνύπαρξη, είναι άραγε αδύνατο να βρεθεί πολιτικά ρεαλιστική λύση συνεκμετάλλευσης των πηγών ενέργειας ή κοινής χρήσης θαλάσσιου και εναέριου χώρου;

Μοναδικό κομμάτι ελληνικής γης όπου η Τουρκία έχει κάπως ευλογοφανή στρατηγικά ενδιαφέροντα προστασίας των νοτιοανατολικών της περιοχών, είναι η Κύπρος. Εντελώς παραδειγματικά και για να εικονογραφηθούν οι στοχεύσεις ελληνο-τουρκικών σχέσεων σε ένα μετα-εθνικιστικό μέλλον, θα μπορούσε κανείς να προβληματιστεί πολιτικά με το ενδεχόμενο: Θα αποτελούσε ξεπέρασμα των διαφορών να αποδεχθεί η Τουρκία τίμια αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα στο νησί (χωρίς καταπίεση, αλλά και χωρίς εκβιαστικές απαιτήσεις της μειονότητας), με αντάλλαγμα να διεκδικηθούν από κοινού και να παραχωρηθούν στους Τούρκους οι σημερινές Βρετανικές Βάσεις στη μεγαλόνησο;

Καλλιέργεια προοπτικών μετα-εθνικιστικού μέλλοντος θα οικοδομούσε στην τουρκική κοινωνία ελπίδα απελευθέρωσης από την κεμαλική στρατοκρατία. Και στους Έλληνες προσδοκία ανάκαμψης από τόσης αισχύνης ιστορικό τέλος.

"Η Καθημερινή", 17/06/2007

3/6/07

Πολιτική εναντίωση στον επαρχιωτισμό - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Ποιά θα μπορούσε να είναι σήμερα μια ρεαλιστική (όχι ρητορική) πολιτική αντίδραση στον επαρχιωτισμό που έχει επιβάλει στην Ελλάδα ο εθνικιστικός κρατισμός;

Το ερώτημα προϋποθέτει ενεργό ικανότητα πολιτικού προβληματισμού. Επομένως, δεν αφορά τους παγιδευμένους σε λιμνάζουσες ιδεολογίες ή στην ασκεψία της κομματικής στράτευσης. Προϋποθέτει τη μετάθεση σε επίπεδο πολιτικής λογικής και πολιτικού αισθητηρίου πέρα από τον τρέχοντα κομματισμό και τα ιδεολογικά ψυχολογήματα που τον συντηρούν.

Πρώτη, λοιπόν, ρεαλιστική πολιτική αντίδραση στον εθνικιστικό επαρχιωτισμό θα μπορούσε να είναι η πρωτοβουλία για την κατάργηση του αυτοκεφάλου της ελλαδικής Εκκλησίας, την εκκλησιαστική συνένωση του Ελληνισμού κάτω από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Οι άσχετοι θα αντιτάξουν ότι πρόκειται για θέμα θρησκευτικών θεσμών, προϋποθέτει συναίνεση των παραγόντων του εκκλησιαστικού βίου, δεν αρκεί η πολιτική βούληση. Ξεχνούν ότι αυτοκεφαλία της ελλαδικής Εκκλησίας ήταν από τα πρώτα μέτρα στανικής επιβολής του Κοραϊσμού στο ελάχιστο τότε τμήμα των απελευθερωμένων Ελλήνων, θεμελιώδης προϋπόθεση εγκαθίδρυσης του εθνικιστικού κρατισμού. Ήταν από τα πρώτα καίρια πλήγματα για την εξουδετέρωση του ελληνικού κοσμοπολιτισμού, τον μετασχηματισμό του Ελληνισμού σε βαλκανική επαρχία. Με την ίδια, επομένως, λογική «ο τρώσας και ιάσεται» σε πολιτικό επίπεδο.

Ο εθνικιστικός Ελληνισμός σήμερα είναι εκκλησιαστικά, δηλαδή πολιτιστικά, κατακερματισμένος. (Απαλλάξαμε εκ προοιμίου από τον κόπο του πολιτικού εδώ προβληματισμού όσους αποκλείεται να αντιληφθούν το αυτονόητο, αυτό «δηλαδή»: Να αντιληφθούν ότι πολιτισμός σημαίνει ενεργό ετερότητα και όχι επιδόσεις μιμητισμού, ότι η ενεργός ετερότητα προϋποθέτει άξονα «νοήματος» βιωματικά ένσαρκον σε Παράδοση – δεν υπάρχει πολιτισμός χωρίς Παρθενώνα ή Αγιά - Σοφιά.) Κατακερματισμένος λοιπόν ο Ελληνισμός σήμερα μέσα στα στενά κρατικά του σύνορα, διαιρεμένος σε πέντε (5) εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες: Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας, Ημιαυτόνομη Εκκλησία της Κρήτης, Μητροπόλεις Δωδεκανήσου υπαγόμενες στην Κωνσταντινούπολη, «Νέες Χώρες» προσωρινά παραχωρημένες στην Εκκλησία της Ελλάδας, Άγιον Όρος. Χώρια η ανά τον κόσμο διασπορά των Ελλαδιτών, που ποιμαίνεται κατά μέγιστο ποσοστό από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το στελεχώνει.

Εκκλησιαστική λοιπόν ενοποίηση του Ελληνισμού, εγκεντρισμός του στη δυναμική της οικουμενικότητας του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα, επικέντρωση των πολιτικών και διπλωματικών στοχεύσεων σε ένα ζητούμενο: Αυτό που για δικούς τους λόγους απαίτησαν πρόσφατα (19-5-2007) τα σαράντα δύο από τα πενήντα μέλη της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των αντιπροσώπων των ΗΠΑ από τον Τούρκο πρωθυπουργό: Να αναγνωρίσει η Τουρκία την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου, δηλαδή να επιτρέψει στο Πατριαρχείο να επιλέγει και να χειροτονεί τους κληρικούς του από μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας άσχετα με την εθνικότητά τους – να μην προαπαιτείται η τουρκική υπηκοότητα για την ένταξη στον κλήρο της Κωνσταντινούπολης.

Οι Κεμαλιστές, ως εθελότυφλοι εθνικιστές, δεν μπορούν να δουν την ελληνικότητα του Πατριαρχείου παρά μόνο σαν απόφυση του ελλαδικού κρατικού εθνικισμού. Ρεαλιστική πολιτική στρατηγική θα ήταν η τίμια διασάφηση, τουλάχιστον στα φερόμενα ως ισλαμικά πολιτικά κόμματα της Τουρκίας, των θεμελιωδών συντεταγμένων του πατριαρχικού θεσμού: Ότι το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης είναι εξ ορισμού ασυμβίβαστο με κάθε μορφής υποταγή ή εξάρτησή του από οποιονδήποτε εθνικιστικό κρατισμό, ελλαδικό ή κεμαλικό. Μπορεί να υπάρξει μόνο ανασαίνοντας την άπλα πολυεθνικής αυτοκρατορίας, έστω και υπόδουλο. Ότι ο σεβασμός της οικουμενικότητάς του θα ξανάδινε στην τουρκική κοινωνία (τουλάχιστον στο τμήμα της που σώζει την αίσθηση του «ιερού») άνοιγμα κοσμοπολίτικης άνεσης, ένα θεσμικό γνώρισμα αυτοκρατορικής καταγωγής και συνέχειας.

Οι δύο συγκεκριμένες, άκρως ρεαλιστικές, πολιτικές στοχεύσεις (κατάργηση του ελλαδικού αυτοκεφάλου και ελευθερία του Οικουμενικού Πατριαρχείου να προσλαμβάνει στελέχη οποιασδήποτε εθνικότητας) μπορούν να επανασυγκροτήσουν προοδευτικά στον Ελληνισμό τη χαμένη κοσμοπολίτικη συνείδησή του, έναν δεύτερο άξονα συνοχής πέρα από σύνορα. Ο πρώτος άξονας, το ελλαδικό κράτος, εξασφαλίζει τη βιωματική αναφορά του Έλληνα σε ελεύθερη γενέθλια γη (έστω δραματικά κουτσουρεμένη), μαζί και την αισθητή σύνδεση με την Αρχαία Ελλάδα. Ο δεύτερος άξονας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εκτός ορίων της κρατικής ελληνικότητας, σώζει τη δυναμική του κοσμοπολιτισμού των άλλοτε Ελλήνων, την ψηλαφητή συνέχεια της ελληνικής πρότασης πολιτισμού, πάντοτε με πανανθρώπινη εμβέλεια χάρη στον αυθυπερβατικό, θυσιαστικό της χαρακτήρα.

Αν κάποιοι χαρισματικοί, έστω ελάχιστοι, από τις επόμενες γενιές των Ελλήνων, έχουν ελεύθερη την ένταξη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, ανοίγεται ρωγμή καίρια στα στεγανά του ελλαδικού επαρχιωτισμού και η νοο-τροπία της οικουμενικότητας επανιδρύει ερείσματα στην ελληνική κοινωνία. Εξ άλλου, με την κατάργηση της αυτοκεφαλίας, και το παραμικρό εκκλησάκι του ελλαδικού χώρου θα λειτουργεί εξ ονόματος του Πρώτου της ελληνικής οικουμενικότητας: του πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Ο χωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος (αυτονόητος πια) θα διαστέλλει την εκκλησιαστική καθολικότητα από τον επαρχιωτισμό της «επικρατούσας» κρατικής «θρησκείας» και οι επίσκοποι της ελλαδικής επικράτειας θα είναι επιλογές και συνοδικά μέλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Τρίτο ρεαλιστικό πολιτικό εγχείρημα αντίστασης στη βαλκανιοποίηση του Ελληνισμού: μια ριζοσπαστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Να απελευθερωθεί η εκπαίδευση, θεσμικά και προγραμματικά, από τον σκοταδισμό και τη μυωπία των εν Ελλάδι Κεμαλιστών, εθνικιστών και διεθνιστών (δύο όψεις του ίδιου νομίσματος), να ανασάνει από τον αναχρονιστικό, τεταρτοκοσμικό εγκλωβισμό της στη νοοτροπία του μεταπρατισμού και μιμητισμού, του φενακισμένου εκσυγχρονισμού. Με επιμονή κατά προτεραιότητα στη λογική της γλώσσας και στη λογική των μαθηματικών, αποβάλλοντας την αβάσταγη πια σαβούρα των «ενημερωτικών» (προς απομνημόνευση) πληροφοριών, να ετοιμάζει το ελληνικό σχολειό παιδιά ικανά να διαπρέψουν στα πιο διάσημα στον διεθνή στίβο πανεπιστήμια.

Γιατί μόνο η εναντίωση στον ντόπιο Κεμαλισμό (στους υπέρμαχους του άθρησκου κρατικισμού) θα αποκαταστήσει στον Έλληνα την κοσμοπολίτικη αρχοντιά του.

"Η Καθημερινή", 03/06/2007

1/6/07

Για την Αμαλία Καλυβινού

«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του.»

(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...»

(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες νεόπλασμα.

Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο και τον ακρωτηριασμό, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια κι επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Εκτός από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.

Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον Ορκο του Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»

(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του Ε.Σ.Υ:

«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας.»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.


ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων (Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515. Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία").

Αναδημοσίευση από το Par...Aloga, www.dkanou.blogspot.com