29/9/08

Ένας υπέροχος άνθρωπος - ΤΕΟ ΙΩΑΝΝΟΥ

Στις 13 Αυγούστου 2008, ο Πολ Νιούμαν αποφάσισε ότι είχε παλέψει και αντέξει αρκετά. Μετά από έξι μήνες χημειοθεραπείας και άλλων μεθόδων καταστολής, επέλεξε να παραδοθεί στην αναπόφευκτη μοίρα κάθε ανθρώπου που βρίσκεται αντιμέτωπος με την πιο επιθετική μορφή καρκίνου του πνεύμονα. Ανακοίνωσε στη Τζόαν και στα παιδιά του ότι θέλει να φύγει από το νοσοκομείο της Νέας Υόρκης που νοσηλευόταν από τις αρχές της χρονιάς και να επιστρέψει στο σπίτι του στο Κονέκτικατ για να διευθετήσει τις τελευταίες εκκρεμότητες πριν πεθάνει.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, έμπαινε στο αγωνιστικό του αυτοκίνητο για έναν τελευταίο γύρο στην πίστα που φιλοξενούσε τις προπονήσεις και τους αγώνες του τα τελευταία 30 χρόνια. Ένα μήνα αργότερα, το διεθνές κοινό μάθαινε σοκαρισμένο όχι μόνο την είδηση του θανάτου ενός εκ των τελευταίων γιγάντων του Χόλιγουντ, αλλά και την έκταση της ασθένειάς του το τελευταίο τρίμηνο.

Οι τίτλοι τέλους για τον Πολ Νιούμαν ήρθαν όπως ακριβώς και οι τίτλοι εκκίνησής του στο πανί και στο σανίδι πριν από 55 χρόνια: Χωρίς τυμπανοκρουσίες, με απόλυτη αξιοπρέπεια, μακριά από τα φώτα του σταρ σίστεμ που τον επέβαλε αλλά ποτέ δεν κατάφερε να τον χειραγωγήσει. Ο ηθοποιός που μετά την πρώτη “τραγική” εμφάνισή του στην οθόνη αγόρασε διαφημιστικό χώρο σε Νεοϋορκέζικη εφημερίδα ώστε να ζητήσει συγγνώμη από τους θεατές “για την κάκιστη ποιότητα της ταινίας”, δε θα μπορούσε παρά να αποχαιρετήσει τη ζωή με μια ελαφρά υπόκλιση μπροστά στους ανθρώπους και τα πράγματα που αγάπησε...

Και ποιος δε γνωρίζει τις αδυναμίες της ζωής του Πολ Νιούμαν! Η τέχνη του, η λατρεμένη του Τζόαν, οι αγώνες ταχύτητας και το φιλανθρωπικό του έργο ήταν ο ζηλευτός απολογισμός 83 χρόνων σταθερότητας και αξιοπρέπειας. Ήταν ανοιχτό βιβλίο, λένε όσοι τον γνώρισαν ή συνεργάστηκαν μαζί του. Ήξερε τι ήθελε, αγωνιζόταν για να το κατακτήσει και λειτουργούσε πάντα με τους προσωπικούς του κανόνες ηθικής. Μακριά από επαγγελματικές και προσωπικές εκπτώσεις, αρνήθηκε πεισματικά να παρασυρθεί από τη φήμη, το χρήμα και την ομορφιά του.

Στις σκονισμένες βιογραφίες που τα διεθνή μέσα ανέσυραν σαββατιάτικα και στις νεκρολογίες που χιλιάδες φαν ανάρτησαν στα φόρουμ του Διαδικτύου, τα προτερήματα της αξιοζήλευτης ζωής και καριέρας του αντανακλούν τις αξίες που εξέπεμπε για κάθε υπογράφοντα. Άλλος εστιάζει στα πιο ελκυστικά γαλάζια μάτια που πέρασαν ποτέ μπροστά απ’ την κάμερα, άλλος στους αξέχαστους χαρακτήρες που ερμήνευσε από τους “Δύο Ληστές” και το “Κεντρί”, ως το “Cool Hand Luke”, το “Hud” και το “Χρώμα Του Χρήματος”. Αλλού διαβάζεις για την ενάντια στα χολιγουντιανά ήθη σταθερότητα του 50ετούς γάμου του με τη Τζόαν κι αλλού για τα 200 εκατομμύρια δολάρια που χάρισε σε φιλανθρωπικούς σκοπούς μέσα από τις απόλυτα επιτυχημένες ιταλικές σάλτσες του.

Κάποιοι ανακαλύπτουν τη φιλανθρωπική οργάνωση σε 11 χώρες του κόσμου που ίδρυσε για παιδιά με ανίατες ασθένειες και αναρωτιούνται γιατί δεν τη διαφήμισε όπως άλλοι συνάδελφοί του. Άλλοι συζητούν για τη σχέση ζωής που δημιούργησε με τον συμπρωταγωνιστή του στο “Κεντρί” και στους “Δύο Ληστές”, Ρόμπερτ Ρέντφορντ και για το πόσο συμπαθής ήταν σε όλους τους συναδέλφους του. Η συγκίνηση στα φόρουμ ξεχειλίζει. Ούτε ένας από τους χιλιάδες χρήστες του Διαδικτύου που κατέθεσαν τις σκέψεις τους για εκείνον, δε βρήκε κάτι σκωπτικό να γράψει. Εντυπωσιακότερο απ’ όσο ακούγεται, αν θυμηθεί κανείς τα δεκάδες ειρωνικά σχόλια των ίδιων χρηστών στα “φόρουμ εκτίμησης” που δημιουργήθηκαν μετά το θάνατο του Μπράντο, της ιδίας ηλικιακής κλάσης με εκείνον...

Αμέσως μόλις τελείωσα το σερφάρισμα των νεκρολογιών και πριν ακόμη ξεφύγω από τη θλίψη της απουσίας του, ξαναέβαλα στο DVD το “Empire Falls”, την τηλεταινία που του χάρισε το βραβείο EMMY σε μια από τις τελευταίες του ερμηνείες πριν αποσυρθεί οριστικά το 2007 (“γιατί δεν έχω πια την απαραίτητη φυσική κατάσταση ώστε να ανταποκριθώ στις προκλήσεις των ρόλων”, είχε δηλώσει με παρρησία). Απολαμβάνοντας την αλέγκρα ερμηνεία του ως ηλικιωμένου αλήτη, η λατρεία μου για την προσωπικότητα και το ταλέντο του άρχισε μέσα μου να αποκρυσταλλώνεται.

Κάθε ηθοποιός, τραγουδιστής, καλλιτέχνης που σε αγγίζει σε κάποιο προσωπικό επίπεδο, ακτινοβολεί μέσω προβολής. Δεν τον γνωρίζεις, δεν μπορείς να εκφέρεις άποψη για το χαρακτήρα ή τη ζωή του, αλλά λειτουργεί πάνω σου υπερβατικά ως πρότυπο. Όποιος κι αν ήταν στην καλά φυλαγμένη ιδιωτική του ζωή, ο Πολ Νιούμαν θα αντιπροσωπεύει πάντα τον σεμνό, αξιοπρεπή, αταλάντευτο άντρα που όλοι μας θα θέλαμε να είμαστε.

Μπορεί να ήταν ακαταμάχητα ωραίος, απερίγραπτα ταλαντούχος, εντυπωσιακά πιστός και αψεγάδιαστα φιλεύσπλαχνος. Μπορεί και όχι. Ήταν όμως σίγουρα ένας υπέροχος άνθρωπος.

Πηγή: www.skai.gr

28/09/2008

15/9/08

Ο Ονειρικός Έλληνας Πούτιν - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Θα μπορούσε ποτέ το μικρό και αδύναμο ελλαδικό κράτος να έχει παρουσία σεβαστή, κύρος και φωνή αποτελεσματική στον στίβο των διεθνών σχέσεων;

Η λογική και η πείρα θα απαντούσαν ναι, αν μπορούσε η σύγχρονη Ελλάδα να εμφανίσει υπολογίσιμη από τα άλλα έθνη ισχύ σε τομέα ζωτικό. Η μικρή Ελβετία έχει επενδύσει το διεθνές κύρος και την κρατική της ισχύ στην αξιοπιστία των τραπεζών της, στον ενεργό φιλειρηνισμό της, στο υποδειγματικό δημοκρατικό της πολίτευμα. Η μικρή Φινλανδία επενδύει σε επιδόσεις εντελώς ιδιαίτερες στη σύγχρονη τεχνολογία, στους δείχτες κατά κεφαλήν καλλιέργειας των πολιτών της. Το γεωγραφικά ελάχιστο Λουξεμβούργο στο γεγονός ότι προσφέρθηκε να διεθνοποιηθεί με συνέπεια.

Στην Ελλάδα επαναλαμβάνουμε συνεχώς ότι βαρειά βιομηχανία μας έχουμε τον πολιτισμό. Το σλόγκαν είναι ρομαντικά εύστοχο αλλά στην πραγματικότητα ψευδέστατο. Διότι η βιομηχανία παράγει προϊόντα, ενώ εμείς έχουμε πάψει να παράγουμε πολιτισμό εδώ και εκατόν ογδόντα περίπου χρόνια. Μετέχουμε στο σύγχρονο πολιτιστικό γίγνεσθαι αλλά μόνο ως μεταπράτες, δεν παράγουμε τίποτα δικό μας που να μπορεί να λειτουργήσει σαν πρόταση με πανανθρώπινο ενδιαφέρον.

Μιλάμε για βαρειά βιομηχανία, αλλά εννοούμε εξαργυρώσιμο κληροδότημα: Θέλουμε να μας λογαριάζουν στον διεθνή στίβο σαν κορυφαίους στον πολιτισμό, επειδή σέρνουμε την άθλια υπανάπτυξή μας σε χώματα όπου (πριν από εικοσιπέντε αιώνες, και μετά επί χίλια χρόνια στο ψευδωνύμως λεγόμενο «Βυζάντιο») συντελέστηκαν κορυφώματα πολιτισμού καίριας σημασίας για την πορεία της ανθρωπότητας. Ομως σήμερα σε κάθε έκφανση της κοινωνικής μας οργάνωσης και των εκπαιδευτικών μας θεσμών είμαστε οι τελευταίοι της ενωμένης Ευρώπης και η όποια «πολιτιστική» μας παραγωγή είναι στα μέτρα μιας βαλκανικής επαρχίας.

Ποια κατάρτιση, ποια καλλιέργεια, ποια διεθνή εμβέλεια προσωπικότητας θα έπρεπε να έχει ο Ελληνας πρωθυπουργός, για να μπορεί να εμφανίζει την Ελλάδα στον διεθνή στίβο σαν αυτονόητο εκφραστή έμπρακτης έγνοιας για την προτεραιότητα κριτηρίων πολιτισμού στις διεθνείς σχέσεις; Ποιου επιπέδου σχολειά και πανεπιστήμια να έχει πίσω του, να χαρακτηρίζουν τη χώρα του και τον ίδιο, ποιους δείχτες κατά κεφαλήν καλλιέργειας, ποια ανθρώπινη ποιότητα διπλωματών και πολιτικών να τον περιστοιχίζει;

Στη «σύνοδο κορυφής» των Βρυξελλών, πριν από δεκαπέντε μόλις μέρες, κρινόταν όχι η δυνατότητα της Ε.Ε. να ασκεί δική της εξωτερική πολιτική, αλλά η αξιοπρέπεια της γηραιάς ηπείρου να μην εμφανίζεται σαν πειθήνιος λακές των ΗΠΑ. Με ποιες προϋποθέσεις ο Ελληνας πρωθυπουργός θα μπορούσε, χωρίς να γίνει γραφικός ή εύκολα αμελητέος, να καταθέσει στη σύνοδο την έγνοια για προτεραιότητα του πολιτισμού στις προοπτικές της Ευρώπης;

«Ευρώπη μπορεί να νοηθεί και χωρίς φαστ φουντ ή κόκα κόλα. Ομως δεν νοείται Ευρώπη χωρίς Ντοστογιέφσκυ και Τσέχωφ, Τσαϊκόφσκυ και Σκριάμπιν, Σαγκάλ και μπαλέτα Μπολσόι. Η Αμερική είναι απόφυση της Ευρώπης, η Ρωσία είναι σάρκα της».

Υπάρχει μια παράδοξη δυναμική στις ανθρώπινες σχέσεις, τις διαπροσωπικές, τις κοινωνικές, τις διακρατικές: Είναι η δυναμική της ευθύτητας του λόγου, η ριζική μετατροπή των δεδομένων όταν κάποιος κραυγάσει την αλήθεια ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός». Μας έχουν κάνει να πιστεύουμε ότι διπλωματία σημαίνει συμβιβασμό με προσχήματα, πειθήνια συμμόρφωση με τα εκφρασμένα ή νομιζόμενα θελήματα του ισχυρότερου, υποκρισία και συμπεριφορά οσφυοκάμπτη. Η τρέχουσα, αλλά και η ιστορική πραγματικότητα άλλα βεβαιώνουν: Το κύρος και η ισχύς κερδίζονται με την τόλμη, τη ρητή ή διαφαινόμενη, της ελευθερίας από τη σκόπιμη δουλοπρέπεια, την ιδιοτέλεια, το φτηνό συμφέρον. Τα ζεϊμπέκικα του κ. Γεωργάκη Παπανδρέου και τα ακατάσχετα χαμόγελα της κ. Ντόρας Μητσοτάκη μάλλον θα περάσουν στα εγχειρίδια Διπλωματίας σαν γκροτέσκα παραδείγματα προς αποφυγήν.

Η δυναμική της ευθύτητας του λόγου δεν μπορεί να είναι στιγμιαίο ευφυές τέχνασμα τακτικής ή εύρημα για τη δημιουργία εντυπώσεων. Προϋποθέτει γνωστά και δοκιμασμένα ερείσματα εγκυρότητας του εκφραστή της ευθύτητας και (στην περίπτωση των διεθνών σχέσεων) πειστήρια ότι απηχεί η ευθύτητα το επίπεδο μιας κοινωνίας με εξαιρετικά υψηλή κατά κεφαλήν καλλιέργεια.

Ενα κράτος είναι μικρό και ασήμαντο στον διεθνή στίβο, όταν τα κοινωνικά του επιτεύγματα είναι μικρά και ασήμαντα. Για να διεκδικήσει η σημερινή Ελλάδα το κύρος και την ισχύ να παρεμβαίνει στη διεθνή πολιτική με πειστική έγνοια για την προτεραιότητα του πολιτισμού, θα έπρεπε να είναι άλλο κράτος, άλλη κοινωνία, με σεβαστά επιτεύγματα. Ο Μακρυγιάννης έλεγε ότι «εκαταντήσαμεν μπαίγνιο των εθνών» και το κατάντημα βαστάει, σαν μακάβριο ψυχορράγημα, εκατόν ογδόντα χρόνια τώρα. Ιστορικά έχουμε τελειώσει, η «βαρειά βιομηχανία» μας έχει κατεβάσει προ πολλού τα ρολά.

Οσοι έχουν το ψυχικό κουράγιο να πιστοποιούν το ιστορικό τέλος του Ελληνισμού με οδύνη, αλλά χωρίς πανικό, αυτοί μπορούν να ονειρεύονται συνειδητά την ουτοπία: Εναν έλληνα Πούτιν, που να καταφέρει όσα κατάφερε ο Ρώσος: Μέσα σε δύο τετραετίες να αναστήσει (κυριολεκτικά) μια κοινωνία πεθαμένη, αποσυντεθειμένη, ώς το μεδούλι διεφθαρμένη και ξεπουλημένη από τον Ηρόστρατο που λεγόταν Γιέλτσιν – παραλίγο να γράψω συνειρμικά: Ανδρέας Παπανδρέου!



Τον ονειρικό έλληνα Πούτιν να τον φανταστούμε –στο παραμύθι που ζεσταίνει την καρδιά, σαν ενδορφίνες στο ψυχορράγημα– να ξεκινάει και αυτός αγώνα με τη Λερναία πολυκέφαλη Μαφία, των τυράννων και βασανιστών μας: Τα μαφιόζικα τάχα και κόμματα πολιτικά, την αρχέκακη λοιμική. Μαζί και τις μαφίες των συνδικαλιστών του δημόσιου τομέα. Να στέλνει ο ονειρικός έλληνας Πούτιν στη φυλακή ή έξω από τα σύνορα τους δικούς μας Χοντορκόφσκυ, κομματικούς ή συνδικαλιστές. Να ξαναστήνει από την αρχή θεσμούς, θωρακισμένα αδιάβλητους, κοινωνικού ελέγχου των κομμάτων και των συνδικάτων της δημοσιοϋπαλληλίας. Να αποκαταστήσει κράτος αυτόνομο και ακομμάτιστο, να καταλύσει οριστικά τη δικτατορία των εγκαθέτων.

Και τότε, μόνο τότε, να ψάξει για την εν διωγμώ ανθρώπινη ποιότητα που θα οργανώσει την αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών φυσικών πηγών ενέργειας του Ελληνισμού: Να αξιοποιηθεί το πανανθρώπινα πολύτιμο κοίτασμα της γλώσσας. Η κριτική εγρήγορση. Η αριστοκρατία της δημιουργικότητας. Η αξιοκρατία της άμιλλας. Η επανασύνδεση της πολιτικής με την «πόλιν» και το άθλημα να «αληθεύει» ο βίος.

Το όνειρο τελειώνει εδώ, τώρα «τα κεφάλια μέσα».

"Η Καθημερινή", 14/09/2008

8/9/08

Να καταργηθεί το μάθημα των Θρησκευτικών - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Αν οι αξιωματούχοι του κλήρου στην Ελλάδα σήμερα διασώζουν εκκλησιαστική συνείδηση, θα είναι αυτονόητο να απαιτήσουν από την πολιτεία την κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία.

Με το μάθημα των θρησκευτικών εκχώρησε η ελλαδική Εκκλησία ζωτικό της λειτούργημα, την κατήχηση των παιδών και των εφήβων, σε έμμισθους υπαλλήλους του κράτους εκπαιδευμένους σε κρατικές «θεολογικές» Σχολές. Αλλά όταν η κατήχηση αποσπάται από τον φυσικό βιωματικό της χώρο, τη λειτουργία ζωντανού σώματος ενορίας και επισκοπής, αλλοτριώνεται νομοτελειακά σε ιδεολογική χειραγώγηση, ανιαρή προπαγάνδα.

Ο φυσικός χώρος της κατήχησης δεν μπορεί να είναι άλλος από τον χώρο όπου πραγματώνεται και φανερώνεται η Εκκλησία ως άθλημα σχέσεων κοινωνίας της ζωής. Και φυσικός λειτουργός της κατήχησης είναι ο πατέρας της εκκλησιαστικής κοινότητας: αυτός που «γεννάει» τα μέλη του σώματος στον «καινό» της Εκκλησίας τρόπο της ύπαρξης.

Η πολιτεία αποδέχθηκε ασμένως να επιβάλει στα σχολεία μάθημα θρησκευτικών. Και αυτό γιατί από τη σύστασή του το ελλαδικό εθνικό κράτος λογάριαζε την Εκκλησία όπως και ο ιδεολογικός του γεννήτορας Αδαμάντιος Κοραής: Σαν θεσμό ηθικοδιδακτικής χρησιμότητας – θεσμό που «εξημερώνει τα ήθη» και επιβάλλει, αποτελεσματικότερα και από τον χωροφύλακα, κανονιστικές αρχές συλλογικής ευταξίας.

Το ελλαδικό εθνικό κράτος δεν κατάλαβε ποτέ την καισαρική διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία. Γι’ αυτό μέχρι και σήμερα, διατηρείται στο Σύνταγμα η οξύμωρη διατύπωση ότι «επικρατούσα εν Ελλάδι θρησκεία (sic) είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας»! και τα λοιπά συμφραζόμενα παιδαριώδη. Η χώρα όπου γεννήθηκε κάποτε η λέξη «εκκλησία» για να σημάνει την πραγμάτωση και φανέρωση του κοινού «αθλήματος της αληθείας», που συνιστά την «πόλιν», εμφανίζεται στο Σύνταγμά της να αγνοεί την ασυμβίβαστη αντίθεση Εκκλησίας και θρησκείας, Εκκλησίας και ιδεολογίας.

Ο σφετερισμός από το κράτος του ζωτικού εκκλησιαστικού λειτουργήματος της κατήχησης των παιδιών έχει δύο συνέπειες καίριες και πασιφανείς: Πρώτη συνέπεια, ο ευτελισμός, συχνά και η διακωμώδηση του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία. Μοιάζουν ελάχιστες εξαιρέσεις οι Νεοέλληνες που διατηρούν αναμνήσεις από τα θρησκευτικά του σχολείου διαφορετικές από αυτές της ανίας ή «της πλάκας».

Δεύτερη συνέπεια, το γεγονός ότι η ελλαδική κοινωνία που τα εγγράμματα μέλη της έχουν διδαχτεί υποχρεωτικό μάθημα θρησκευτικών σε όλες τις τάξεις του σχολείου και βομβαρδίζονται από καταιγισμό δημόσιων κηρυγμάτων προφορικών, έντυπων, ραδιοφωνικών, τηλεοπτικών, αυτή η κοινωνία εμφανίζεται εντελώς και απολύτως ακατήχητη. Δεν έχει ούτε τη στοιχειώδη, εγκυκλοπαιδική έστω πληροφόρηση για το τι είναι η Εκκλησία, ποιες οι επαγγελίες της, η ιστορία της, με ποιον πολιτισμό σφράγισε την ανθρώπινη σκέψη και Τέχνης. Τα διαγγέλματα ή οι δηλώσεις των πολιτικών και η αρθρογραφία των δημοσιογράφων τις μέρες των Χριστουγέννων, του Πάσχα, του Δεκαπενταύγουστου ή όταν συζητούνται θέματα σχέσεων κράτους και Εκκλησίας, μαρτυρούν άγνοια και παρανοήσεις ασυγχώρητες για ανθρώπους έστω υποτυπώδους παιδείας.

Και το τραγικότερο, η ίδια άγνοια, η σύγχυση της Εκκλησίας με τη θρησκεία, σφραγίζει τον λόγο και των περισσότερων αξιωματούχων του κλήρου. Είναι γνωστοί στην ελλαδική κοινωνία επίσκοποι που φιλοδοξούν να παίζουν ρόλο όχι εκκλησιαστικού ποιμένα αλλά θρησκευτικού ηγέτη, ρόλο Αγιατολάχ με απαιτήσεις θεοκρατικού ελέγχου της πολιτικής εξουσίας. Αυτοί μάχονται και για τη διατήρηση της υποχρεωτικής κατήχησης των μαθητών στα σχολεία.

Στη θέση του μαθήματος των θρησκευτικών το υπουργείο Παιδείας θα μπορούσε να θεσμοθετήσει μάθημα ικανό να πληροφορήσει τον μαθητή και να τον εξοικειώσει με τα κίνητρα των αναζητήσεων που συγκρότησαν την παράδοση πολιτισμού των Ελλήνων. Η λογική ενός τέτοιου μαθήματος υποχρεωτικού για όλους τους μαθητές (άσχετα με διαφορές θρησκευτικές, φυλετικές, ιδεολογικές) θα μπορούσε να συνοψιστεί στην ακόλουθη πρόταση:

Κάθε παιδί που τελειώνει την εγκύκλια εκπαίδευση σε ελληνικό σχολείο οφείλει να γνωρίζει ποια μεταφυσική γέννησε τον Παρθενώνα, το άγαλμα, την τραγωδία και ποια μεταφυσική γέννησε την Αγια-Σοφιά, τη βυζαντινή Εικόνα, τη βυζαντινή λειτουργία. Σπουδάζοντας στο σχολείο ποια «γιγαντομαχία περί της ουσίας» οδήγησε σε αυτές τις κορυφαίες εκφάνσεις πολιτισμού των Ελλήνων, δεν σημαίνει και ότι υποχρεώνεται το παιδί να ασπαστεί συγκεκριμένη μεταφυσική πρόταση.

Πρώτη, καίρια δυσκολία σε μια τέτοια θεσμική πρωτοβουλία είναι: ποιοι θα συντάξουν το «αναλυτικό πρόγραμμα» διδασκαλίας του καινούργιου μαθήματος – από την πρώτη τάξη του Δημοτικού ώς την τελευταία του Λυκείου. Το υπουργείο Παιδείας και τα παιδαγωγικά του επιτελεία δεν διαθέτουν την ποιότητα του ανθρώπινου υλικού για τέτοια ουσιώδη τολμήματα, τη διαπίστωση επαληθεύουν τα «αναλυτικά προγράμματα» διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και Ιστορίας: πραγματική συμφορά. Μην ξεχνάμε ότι η επί ΠΑΣΟΚ άλωση του υπουργείου από τις «προοδευτικές δυνάμεις» του «εκσυγχρονιστικού» μηδενισμού και των «πολυπολιτιστικών» δολιοτήτων της «Νέας Τάξης» συνεχίζεται εδραιούμενη και επί «Νέας Δημοκρατίας», με τα ονόματα Γιαννάκου, Στυλιανίδη, Λυκουρέντζου να σηματοδοτούν τον τέλειο απελπισμό για τυχόν αντίσταση.

Δεύτερη, ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία είναι: ποιοι θα διδάξουν ένα τόσο απαιτητικό καινούργιο μάθημα στα παιδιά. Οσοι πολίτες έχουν οποιασδήποτε μορφής επαφή με το σχολείο στην Ελλάδα σήμερα μπορούν να βεβαιώσουν πόσο ανατριχιαστικά (στην κυριολεξία) χαμηλό είναι το επίπεδο των πτυχιούχων που παράγονται στις εκπαιδευτικές σχολές των ελλαδικών πανεπιστημίων. Και πόσο αποτελεσματική η πλύση εγκεφάλου που έχει υποστεί ο δάσκαλος ή πόσο έντρομος είναι από την ιδεολογική τρομοκρατία που του ασκείται.

Με αυτά τα δεδομένα μπορεί να δικαιολογηθεί και η απύθμενης μωρίας συζήτηση για αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών από μάθημα «θρησκειολογίας» και «συγκριτικής των θρησκειών»!!! Ωσάν να είναι ποτέ δυνατό να διδαχτεί ο πολιτισμός με όρους ιδεολογίας και να «συγκριθούν» οι μεταφυσικές αναζητήσεις που τον γέννησαν χωρίς να υπάρχει εμπειρική γεύση τέτοιας αναζήτησης.


"Η Καθημερινή"

07/09/2008