26/6/06

Finis Graeciae - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Δεν ακούσατε τίποτα για τον τρελό εκείνο άνθρωπο, που μέρα-μεσημέρι άναψε ένα λαδοφάναρο κι έτρεχε στην αγορά φωνάζοντας ασταμάτητα: Ψάχνω για την Ελλάδα! Ψάχνω για την Ελλάδα! Όσοι ήταν εκεί μαζεμένοι, που ποτέ τους δεν πίστεψαν στην Ελλάδα, ούτε και την σκέφτονταν πια, έστω κι αν λέγονταν Έλληνες, ξέσπασαν σε γέλιο δυνατό. Μπας και χάθηκε η Ελλάδα; είπε ο ένας. Μήπως μας παίζει κρυφτούλι; πρόσθεσε άλλος. Ή πήρε το πλοίο κι έφυγε; κάγχασε τρίτος. Λες να μας φοβάται και κρύφτηκε; Τότε ο τρέλος πήδησε ανάμεσά τους, τους κεραύνωσε με τη ματιά του και φώναξε: Πού είναι η Ελλάδα - θα σας το πω εγώ! Τη σκοτώσαμε, εσείς κι εγώ. Εμείς όλοι είμαστε οι φονιάδες της. Δεν νιώθετε γύρω σας το κενό; Δεν σας περονιάζει η παγωνιά που είσαστε χωρίς πατρίδα; Δεν ακούτε λοιπόν τίποτα από τον σαματά που κάνουν οι νεκροθάφτες θάβοντας την Ελλάδα; Δεν σας χτύπησε η μπόχα της σήψης; Σαπίζουν κι οι πατρίδες. Η Ελλάδα πέθανε, η Ελλάδα θα μείνει νεκρή!

Εκεί σώπασε ο τρελός άνθρωπος και κοίταξε τους γύρω του που είχαν βουβαθεί. Τότε πέταξε το φανάρι του στο χώμα και τό’ κανε κομμάτια. Έρχομαι πρόωρα, είπε. Δεν είμαι στον κατάλληλο καιρό. Αυτό το τεράστιο γεγονός που σας αναγγέλλω είναι ακόμα στο δρόμο και βαδίζει - δεν έφτασε ακόμα στα αυτιά των ανθρώπων. Η αστραπή και η βροντή χρειάζονται χρόνο, το φως των άστρων θέλει καιρό για να φτάσει σε μας, οι πράξεις χρειάζονται χρόνο, έστω κι αν έχουνε διαπραχθεί, για να γίνουν ορατές και ακουστές. Αυτή η πράξη - ο θάνατος της Ελλάδας - είναι για τους Έλληνες ακόμα πολύ μακρινή. Κι όμως οι ίδιοι την έχουν διαπράξει.

Δεν έχει σημασία αν ο τρελός ξεπήδησε από τις σελίδες του Νίτσε σε άλλη εποχή και για ν’ αναγγείλει άλλο γεγονός. Σημασία έχει πως μόνο ένας τρελός άνθρωπος βγαίνει καταμεσίς στην αγορά να πει τέτοιες αλήθειες. Και πρέπει οπωσδήποτε να τον πάρουμε για τρελό, διαφορετικά ο πανικός θα ξαπλωθεί σαν επιδημία - οι άνθρωποι δεν αντέχουμε πάρα πολλή πραγματικότητα. Γύρω μας η καθημερινότητα κυλάει ομαλά, την μπόχα της αποσύνθεσης την παίρνουμε σε δόσεις μικρές πολλά χρόνια τώρα, τη συνηθίσαμε. Τους νεκροθάφτες, τους έχουμε κι αυτούς από πολλά χρόνια εξωραΐσει, είναι υπάλληλοι τελετών, θάβουν τελετουργικά την πατρίδα. Το χρήμα κυκλοφορεί άφθονο στην αγορά, συντηρεί πολυάριθμα μαγαζιά με πανάκριβα είδη, τα νυχτερινά κέντρα γεμίζουν. Γιατί να πιστέψουμε ότι το κράτος έχει μπει στη διαδικασία της πτώχευσης, ότι δεν έχει χρήματα ούτε και για τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις του. Τα λόγια του τρελού ανθρώπου μας αγγίζουν μόνο εξωτερικά, σαν χειμωνιάτικο κρύο.

Βέβαια, βλέπουμε κι ακούμε τα κοράκια μαζεμένα ολόγυρα στα δέντρα - μυρίζονται πτώμα. Ο Οζάλ απειλεί αναίσχυντα, οι Σέρβοι μιλάνε για «μακεδονικό», ο Ντενκτάς γλείφεται και για την υπόλοιπη Κύπρο. Γιατί όχι, αφού αντίσταση δεν υπάρχει, έχει νεκρωθεί κάθε κίνητρο αντίστασης. Στη διαδικασία της αποσύνθεσης το μόνο κίνητρο είναι η ατομική επιβίωση - οι συντελεστές της αποσύνθεσης είναι τα τυφλά σκουλίκια που ξέρουν μόνο να τρώνε το πτώμα. Γι’ αυτό και σύμβολο του θανάτου μας έγιναν τα «φαγάδικα» και τα «σούπερ-μάρκετ». Γίνεται εισβολή στην Κύπρο, και οι Έλληνες κατακλύζουμε τα σούπερ-μάρκετ με θηριώδη αγοραστική μανία. Γίνεται σεισμός, πάλι εκεί τρέχουμε πανικόβλητοι. Υποτίμηση της δραχμής, και γρονθοκοπιόμαστε στα σούπερ-μάρκετ ποιός θα ψωνίσει περισσότερα. Έρχεται η ραδιενέργεια του Τσέρνομπιλ, και πάλι στη μανιώδη αποθησαύριση αγαθών ξεσπάμε.

Γιατί όχι, αφού κάθε άλλο νόημα ζωής το αρνηθήκαμε συνειδητά και με πείσμα. Η ζωή είναι μόνο σχέσεις οικονομικές, διαδικασίες παραγωγής και συστήματα διανομής των αγαθών. Να μιλάς για πατρίδα είναι γλυκερός ιδεαλισμός, οι πατρίδες πέθαναν, υπάρχει μόνο το κράτος, ρυθμιστής και διαχειριστής του παιχνιδιού της οικονομίας. Ελάτε στα σχολεία μας και στα πανεπιστήμια να δείτε πως γιορτάζουμε τις εθνικές γιορτές. Η λέξη ελευθερία είναι σχεδόν απαγορευμένη, όλοι μιλάμε μόνο για ειρήνη. Δεν υπάρχουν πια αγώνες και θυσίες προγόνων, υπάρχουν συσχετισμοί εξαγωγικού εμπορίου και αναγκών της ντόπιας αγοράς - γι’ αυτούς τους συσχετισμούς ξεσηκώθηκαν οι Έλληνες το ’21, για τίποτε άλλο. Τόλμησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να μιλήσει για οργανική συνέχεια της ελληνικής Παράδοσης στο Βυζάντιο και στην τουρκοκρατία, και ξεσηκώθηκαν να τον ξεσκίσουν οι «επιστήμονες» της Ιστορίας - αφού Ιστορία είναι μόνο η αναδίφηση στα μπακαλοτέφτερα του εμπορίου και της αγοράς, κι ας πάει να κουρεύεται ο Θουκυδίδης.

Ποιός μπορεί να αρνηθεί ότι αυτό το έγκλημα της φανατισμένης κατεδάφισης το είχε προετοιμάσει η άλλη ακρότητα - η ιδεαλιστική εξιδανίκευση του εθνικού παρελθόντος. Αλλά αυτό που τελικά μετράει είναι το σημερινό πτώμα της πατρίδας, η αποσύνθεση της ιστορικής μνήμης, η αναπηρία μας και ανημπόρια να ψηλαφίσουμε στη ζωή και στην Ιστορία τις βαθύτερες απαιτήσεις του ανθρώπου για ποιότητα και νόημα της ύπαρξής του.

Η Ελλάδα πέθανε και την σκοτώσαμε εμείς - δεν είναι ρητορικό σχήμα. Δεν υπάρχει προηγούμενο λαού που με απόφαση της Βουλής (ομόφωνη) να καταργεί τον τρόπο της γραφής που συντήρησε τη γλώσσα του ζωντανή δυό χιλιάδες χρόνια. Και κανένας τρελός δεν βγήκε στις πλατείες να ουρλιάξει για το μονοτονικό, που κάνει ακατανόητο ένα μεγάλο μέρος από το ζωντανό λεξιλόγιο και αποδιαρθρώνει τη σύνταξη. Προτεραιότητα έχουν πολλές άλλες ανάγκες πάρεξ ελευθερία και γλώσσα.

Δεν έχει νόημα να απαριθμούμε τα συμπτώματα του εκούσιου αυτομηδενισμού μας. Έχουν τόσα συντελεστεί, αλλά όσοι τρελοί κι αν τα διαλαλήσουν στην αγορά, είναι απόλυτα σίγουρο πως θα μας αφήσουν αδιάφορους. Γιατί οι πράξεις, έστω κι αν έχουν δημόσια διαπραχθεί, χρειάζονται χρόνο για να γίνουν ορατές και να συνειδητοποιηθούν από τους πολλούς. Εξάλλου, το μέγεθος της συντελεσμένης καταστροφής είναι τόσο μεγάλο, που γίνεται απρόσιτο στα μέτρα των δικών μας σπιθαμιαίων αναστημάτων. Κι όμως εμείς είμαστε που διαπράξαμε την πελώρια καταστροφή - εμείς, οι επίγονοι νάνοι. Μπορούν να διανοηθούν οι κομματικοί λόχοι των βουλευτών μας ποιό πανανθρώπινο αγαθό διαχειρίζονται, όταν πειθήνιοι στο αρχηγικό νεύμα ψηφίζουν το μονοτονικό ή τις αλλοπρόσαλλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις; Ή μήπως συνειδητοποιούν οι Επίσκοποι της Ελλαδικής Εκκλησίας ποιά πανανθρώπινη ελπίδα αφανίζουν, όταν αλλοιώνουν την ορθόδοξη Παράδοση αυτού του τόπου σε θρησκευτική ιδεολογία και νομικίστικη ηθικολογία;

Σίγουρα είναι λειψό και στείρο να είμαστε φύλακες μουσείου, διαχειριστές μόνο ενός λαμπρού παρελθόντος. Αλλά είναι και μικρονοϊκή αυταπάτη να πιστεύουμε ότι θα ανοιχτούμε δυναμικά στην εξέλιξη και στην πρόοδο κατεδαφίζοντας κάθε στοιχείο πολιτιστικής ταυτότητας, μόνο για να εξομοιωθούμε αλλοτριωμένοι με τα φαντασιώδη πρότυπα εισαγόμενων ιδεολογημάτων. Ο ευρωπαίος, όταν υιοθετήσει τον μηδενισμό, έλεγε ο Ντοστογιέφσκυ, έχει τα ίδια ερείσματα ζωής που συντηρούσε και θρησκευόμενος: την προτεραιότητα της λογικής, τον ωφελιμισμό, τη θεσμοποίηση των ατομικών εξασφαλίσεων, γι’ αυτό και δύσκολα φτάνει στην κοινωνική αποσύνθεση και στο χάος. Ενώ λαοί που επέζησαν μέσα στους αιώνες χάρη σε διαφορετικά ερείσματα ζωής - όπως οι Ρώσοι ή οι Έλληνες - όταν γίνουν μηδενιστές «βουτάνε κατακέφαλα στον παραλογισμό» δεν ξέρουν μέτρο.

Η διαπίστωση φωτίζεται από τα γεγονότα που ζούμε: Δεν ισχύουν πια στο κοινωνικό μας σώμα ούτε καν κριτήρια ωφελιμισμού. Όλοι ξέρουμε ότι τα τελευταία μέτρα της κυβέρνησης ήταν το έσχατο ψήγμα ελπίδας να περισωθεί από τη χρεωκοπία η οικονομία της χώρας. Και όλοι σαμποτάρουν τα μέτρα αυτά εν ψυχρώ και με κάθε τρόπο. Όλοι ξέρουμε ότι σε στιγμές επιθανάτιας κρίσης, όπως αυτή που ζούμε, ο διχασμός του λαού είναι ο συντομότερος δρόμος προς την ολοκληρωτική καταστροφή. Κι όμως, από τη Βουλή ώς την τηλεόραση, κι από τις εφημερίδες ώς τις φοιτητικές νεολαίες, όλοι καλλιεργούν αδίσταχτα τέτοιον εφιαλτικό διχασμό που δεν γνώρισε η χώρα ούτε στην εποχή του εμφυλίου. Στην επαρχία το φαινόμενο έχει πραγματικές διαστάσεις κοινωνικής αποσύνθεσης. Δεν λειτουργούν πια ούτε καν οι προσωπικές σχέσεις οι συνεκτικές των μικρών κοινωνιών, καθώς ο εγωκεντρισμός της ατομικής επιβίωσης θωρακίζεται στη δραματική μοναξιά της φανατισμένης κομματικής ένταξης.

Τον παραλογισμό τον συνειδητοποιούμε όταν η καταστροφή έχει πια συντελεστεί. Έτσι έγινε το ’97, έτσι έγινε το ’22, έτσι και το ’74 στην Κύπρο. Μόνο που τώρα οι προδιαγραφές του παραλογισμού οδηγούν όχι απλώς σε εθνική συμφορά, αλλά σε οριστικό τέλος. Finis Graeciae. Τα κοράκια στα δέντρα έχουν αλάθητο ένστικτο για τον επικείμενο διαμελισμό του πτώματος. Το σίγουρο είναι ότι ακόμα και τότε εμείς θα γρονθοκοπιόμαστε στα σούπερ-μάρκετ για περισσότερες προμήθειες. Για ποιά Παράδοση να πολεμήσουμε, για ποιά πολιτιστική ταυτότητα, για ποιά ιστορική μνήμη. Αυτά όλα τα ρήμαξαν ψυχρά και ανελέητα οι «φωταδιστές». Δεν μας μένουν σαν νόημα ζωής παρά μόνο οι νόμοι της αγοράς. Δηλαδή το σούπερ-μάρκετ.

Finis Graeciae.

Το Βήμα, 06/07/1986 και στο βιβλίο του ιδίου: «Finis Graeciae - θρηνητική εικασία», εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 1987.

20/6/06

The American Way - ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ

Για πρώτη φορά άκουσα την έκφραση «αμερικανικός τρόπος ζωής» αμέσως μετά τον πόλεμο, όταν τα δύο αντίπαλα κοινωνικά συστήματα αγωνίζονταν να καταστούν ελκυστικά. Τώρα, ύστερα από μισόν αιώνα ζούμε την παγκόσμια διάπλωση του αμερικανικού τρόπου ζωής. Αυτός δεν είναι θεωρία, αλλά πράξη. Γι’ αυτό, στην εποχή μας, ανεξάρτητα από τις θεωρητικές, θρησκευτικές ή όποιες άλλες πεποιθήσεις έχει ο καθένας, στην πράξη όλοι τους ακολουθούν τον american way of life. Είναι ο πλέον ελκυστικός. Έκανε τους ανατολικογερμανούς να χυθούν ποταμηδόν προς τη Δύση και να παρασύρουν σε συντρίμμια το περίφημο τείχος που χώριζε τους δύο «τρόπους ζωής». Η ιστορία εδικαίωσε τη φιλελεύθερη πολυκομματική δημοκρατία και την ελεύθερη αγορά. Και εδικαίωσε τον τρόπο ζωής, που δεν χρειάζεται την ιστορία. Στη μαρξιστική Ανατολή υπήρξε παροξυσμός της ιστορικής συνείδησης. Ο οποίος κορυφωνότανε στο εσχατολογικό όραμα της αταξικής κοινωνίας. Αντίθετα, στη φιλελεύθερη Δύση η ιστορική συνείδηση έχανε βάρος για χάρη της εμπειρικής καθημερινότητας. Γι’ αυτό στο τέλος κυριάρχησε η χώρα που δεν διέθετε ιστορία, οι Η.Π.Α. Χώρα μεταναστών, άφησε ο καθένας το ιστορικό του βάθος εντεύθεν του ωκεανού, γεγονός που τούς έδωσε μία κοινή ταυτότητα, την ανιστορική. Ο αμερικανικός τρόπος ζωής χαρακτηρίζεται κυρίως από αυτήν την ανιστορικότητα. Η οποία συνδυάζεται αποτελεσματικά με την τεχνολογία. Έτσι, οι λοιποί λαοί της υφηλίου, στο βαθμό που απορροφούν την τεχνολογία, αποβάλλουν την ιστορική τους ιδιοπροσωπία. Και στο τέλος καταντούν όλοι μετανάστες στη χώρα τους.

Κανένας δεν υποχρεώνεται να συμμορφωθεί προς τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Όμως ολοένα και περισσότεροι τον ακολουθούν. Προξενεί εντύπωση η αμερικανοποίηση της νεολαίας, σε όλο τον κόσμο. Το ιστορικό παρελθόν ως διάσταση της συνειδήσεως, απορρίπτεται με ανακούφιση. Έτσι φτάνουμε στη ρηχότητα των συνειδήσεων και στον αφανισμό του πνευματικού βάθους. Γεγονός που το ζούμε στην καθημερινή μας ζωή. Για πρώτη φορά ο άνθρωπος κατάντησε τόσο εφήμερος.

Όταν λέγω ιστορία δεν εννοώ την ιστοριογνωσία. Εννοώ τη συνείδηση της συνέχειας μέσα σε μια πνευματική παράδοση. Την οποία δεν διέθεταν οι Η.Π.Α. , εκ κατασκευής. Βλέπει λ.χ. το πάθος των ανθρώπων του Ο’ Νήλ να προκύπτει από τον πόνο της τελευταίας γενεάς. Ενώ το πάθος των ανθρώπων του Ίψεν είναι η κατάληξη των τελευταίων ευρωπαϊκών αιώνων. Του δε Στρίντμπεργκ των τελευταίων χιλιετιών! Αυτός ο αφανισμός του βιωμένου ιστορικού χρόνου αποτελεί πολυσήμαντο περιστατικό των ημερών μας και θα έχει επιπτώσεις στη μοίρα του πολιτισμού μας. Τουλάχιστο για τους διακεκριμένους ιστορικούς λαούς είναι σκέτος όλεθρος. Ο σύγχρονος Ελληνισμός ζει αυτόν τον όλεθρο. Θα σημειώσω μόνο την εισαγωγή των μεθόδων «μάρκετινγκ» στην πολιτική. Θα επιμείνω όμως σε ένα συγκεκριμένο φαινόμενο, για να μη γενικολογώ. Μέχρι πρότινος ήταν αδιανόητο να διακοπεί η προβολή από την τηλεόραση μιας ταινίας για να παρεμβληθούν διαφημίσεις. Τώρα γίνεται ακόμη και από τα κρατικά κανάλια, στα οποία καταβάλλουμε συνδρομή! Η βάναυση διακοπή της ταινίας (ακόμη και της μουσικής!) για την προβολή μωρών και ανοίκειων διαφημιστικών σφηνών σημαίνει το εξής: Παγίδευση του θεατή, συνεπώς προσβολή της προσωπικότητάς του. Αδιαφορία για τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ του θεατή και του προβαλλόμενου έργου. Άρα, θραύση της συνέχειας, που συνιστά ιστορία, και εγκαθίδρυση μιας κατακερματισμένης και επιφανειακής διαδοχής επεισοδίων. Εισβολή του οικονομικού πνεύματος στο αισθητικό, και διάλυση του τελευταίου. Όλα αυτά και άλλα ανάλογα διαμορφώνουν τον νέο τύπο ανθρώπου, τον χωρίς κοινοτική και προσωπική ιστορία.

Η ραγδαία εξάπλωση αυτού του τρόπου ζωής μαρτυρεί την αδυναμία αντιστάσεως των ιστορικών πολιτιστικών μορφωμάτων. Τα οποία φαίνεται πως έχουν εξαντλήσει την δυναμική τους. Πεθαίνουν και οι τελευταίοι θεοί. Μέσα σε αυτή τη χαρωπή ελευθερία και την ηδονική ευημερία διακυβεύονται τα πολυτιμότερα δεδομένα της υπάρξεως, όπως τα κομίζουν οι πνευματικές παραδόσεις, οι οποίες πνέουν τα λοίσθια. Θα ακολουθήσουν γενεές οι οποίες δεν θα γνωρίζουν τί συνέβη στην ιστορία του ανθρώπου, ίσως μόνον εγκυκλοπαιδικώς, δηλαδή ως νεκρές μορφές. Είναι ωσάν να επιστρέφουμε στην εποχή του λίθου, μόνο που στη θέση του λίθου θα έχουμε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ψυχικώς θα βρισκόμαστε στην ανιστορική αρχή. Είναι και αυτό ένα τέλος της ιστορίας. Με τον θάνατο των ιδεολογιών, που συνέβη στα τελευταία χρόνια, δεν σημαίνει πως θα επιστρέψουμε στις εσωτερικώς βιωμένες πνευματικές παραδόσεις, που τις είχαν υποκαταστήσει οι ιδεολογίες. Αντίθετα προχωρούμε προς την ψυχική και ιδεολογική έρημο του τεχνολογικού τρόπου ζωής. Ύστερα από τόσους τύπους ανθρώπου που ανέδειξε η ιστορία, στο τέλος επικρατεί ένας, ο homo economicus, στην αμερικανική του εκδοχή, ο χωρίς ιστορία. Βέβαια επικρατεί επειδή έδωσε την καλύτερη απάντηση στις προκλήσεις του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος. Κάθε πολιτισμός όμως αφήνει αναπάντητα ορισμένα άλλα ερωτήματα. Και αυτά είναι που στο τέλος θα καταστρέψουν και αυτόν.

Η Καθημερινή, 18/05/1991 και στο βιβλίο του ιδίου: «Δοκίμια Ιδεών», εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1993.

18/6/06

Ο πολιτισμός της κοινής συνείδησης - ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΕΒΙΤΣΗ

Ο εικοστός αιώνας με τις μεγάλες αναστατώσεις του έθεσε εκ νέου το θέμα του νοήματος του πολιτισμού καθ’ όλου. Το να τίθενται τα μεγάλα ζητήματα «εξ αρχής» είναι δείγμα υγείας κι όχι ασθένειας. Μολονότι η ασθένεια είναι που παρέχει την αφορμή στη σκέψη να σκεφθεί υγιώς. Μόνον όταν μάς πονέσει η καρδιά αντιλαμβανόμαστε την ύπαρξή της και αρχίζουμε να σκεφτόμαστε για το «τί είναι» η καρδιά. Έτσι, στον αιώνα μας, πολλή σκέψη έχει δαπανηθεί επάνω στο ερώτημα «τί είναι» πολιτισμός. Κορυφαίοι διανοητές προς αυτή την κατεύθυνση αναδείχθηκαν ο Spengler και ο Toynbee. Αλλά και οι μεγάλοι φιλόσοφοι του αιώνα μας το ίδιο θέμα πραγματεύθηκαν εμμέσως. Διότι η συνειδητοποίηση της υπάρξεως του ανθρώπου στον κόσμο είναι ταυτοχρόνως και συνειδητοποίηση του «τί είναι» πολιτισμός. Δεδομένου ότι ο πολιτισμός είναι η απόκριση στα θεμελιώδη αιτήματα της ψυχής του ανθρώπου.

Αν είναι να πλησιάσει κανείς το φαινόμενο του πολιτισμού, προκειμένου να το μελετήσει, κινδυνεύει να χαθεί μέσα στο πυκνό δάσος των συναρτήσεων και των μεταβλητών που το συνιστούν. Έργο της σκέψης είναι να ξεχωρίσει τις θεμελιώδεις μεταβλητές από τις οποίες εξαρτώνται όλες οι συναρτήσεις. Οι μεγάλοι φιλόσοφοι του πολιτισμού οφείλουν τη μεγαλωσύνη τους στην ανακάλυψη αυτών των «ανεξαρτήτων μεταβλητών». Όμως εδώ δεν πρόκειται για φυσικά μεγέθη. Όπου μια τέτοια ανακάλυψη να ισχύει για όλους. Κάθε μεγάλος διανοητής ανακαλύπτει τις δικές του «ανεξάρτητες μεταβλητές» και σ’ αυτές επάνω θεμελιώνει τη θεωρία του, δηλαδή το «μοντέλο» του. Κάθε θεωρία φιλοσοφική ή κοινωνιολογική δεν είναι παρά ένα «μοντέλο», κάτι ωσάν «υπόδειγμα» λειτουργίας των θεμελιωδών μεταβλητών του συστήματος.

Νομίζω πως είναι κρίσιμο για την κατανόηση ενός πολιτισμού η επίγνωση των ορίων του. Δηλαδή η κυρίαρχη συνείδηση μιάς εποχής, ώς πού θέτει τα όριά της. Με άλλα λόγια τί θεωρεί τούτη η συνείδηση ως έσχατο. Τα κατά καιρούς «έσχατα» που έχουν τεθεί είναι λ.χ. η υπέρβαση της οδύνης, η ταύτιση με το θείον, η αισθητική ζωή, η αλήθεια της γνώσεως, η κοινωνική ευδαιμονία κ.λπ. Αυτός όμως ο ορίζοντας των ορίων εξαρτάται από τον ορίζοντα των ορίων της συνείδησης που κυριαρχεί στον πολιτισμό. Διότι υπάρχει ποικιλία συνειδήσεων σε κάθε εποχή. Το ζήτημα είναι ποιά συνείδηση λαμβάνεται ως πρότυπο, ποιά συνείδηση παρέχει τα μέτρα που κρίνουν το πολιτισμικό έργο.

Ο άνθρωπος εκ κατασκευής είναι ένα όν ατέλεστο, το οποίο τείνει προς την τελείωσή του. Αυτό είναι νόμος της υπάρξεως του ανθρώπου. Και τελειώνεται στα όρια που τού έχει θέσει η εποχή του. Αυτά τα όρια είναι το «πρότυπο». Πάντοτε υπάρχουν πρότυπα. Έστω και αυτά τα πολύ κοντινά και τα πολύ χθαμαλά, μέσα στα οποία νιώθει πληρωμένη η κοινή συνείδηση. Εάν πρότυπο είναι ο ήρωας ή ο άγιος ή ο σοφός, ο δρόμος είναι μακρύς και δυσχερής. Εάν πρότυπο είναι ο καταναλωτής των υλικών αγαθών, ο δρόμος είναι κοντινός και ευχερής. Διότι για να περπατήσει κανείς τον πρώτο δρόμο χρειάζεται πνευματική ένταση, ενώ για τον δεύτερο χρειάζεται παραγωγική επίδοση. Και αν άλλοτε η παραγωγική επίδοση απαιτούσε μόχθο και ιδρώτα του προσώπου για να φάει κανείς τον άρτο του, τώρα η συντριπτική ισχύς της τεχνολογίας κατέστησε την παραγωγική εργασία σχεδόν παιχνίδι.

Αυτή όμως η τελευταία ιδιότητα του δικού μας πολιτισμού, η εύκολη απόληψη των υλικών αγαθών, έχει τεράστιες επιπτώσεις στη σύσταση και την αρμογή των στοιχείων του πολιτισμού. Έχει καταλυτικές επιπτώσεις. Η άκοπη και πληθωρική παραγωγή υλικών αγαθών έγινε ασμένως δεκτή από ολόκληρο το ιστορικό πλήρωμα. Και πολύ εύλογα. Διότι κανένας δεν επιθυμεί την πείνα και την ανέχεια, ούτε την εύχεται στον άλλον. Το μυθικό κέρας της Αμαλθείας γίνεται πραγματικότητα - ποιός θα το απεμπολήσει;

Μόνο που αυτός ο ευλογημένος παραγωγικός μηχανισμός δεν αξιώνει από τα πρόσωπα που εισέρχονται στο κύκλωμα παραγωγή-κατανάλωση καμμιά πνευματικότητα. Δεν θέλει ούτε ήρωες, ούτε ποιητές, ούτε αγίους, ούτε φιλοσόφους. Θέλει καταναλωτές, για να αποσυμφορείται η αγορά από την πλησμονή των αγαθών, ώστε η παραγωγική μηχανή που βρίσκεται πίσω από την αγορά να μη σταματήσει. Αλλιώς η κατάρρευση θα είναι ξεθεμελιωτική όλου του συστήματος. Τώρα πλεόν είμαστε σαν τον ποδηλάτη: άμα δεν τρέχει, θα πέσει.

Έτσι, ο σύγχρονος πολιτισμός μας καθιστά κυρίαρχη συνείδηση την «κοινή» συνείδηση, τη συνείδηση που τα όριά της εξαντλούνται στην κοινή εννόηση των πραγμάτων. Βέβαια δεν είναι τίποτε το κρίσιμο που ο παραγωγικός μηχανισμός έχει πρότυπό του την κοινή συνείδηση. Κρίσιμο καθίσταται το γεγονός αυτό από τη στιγμή που τα όρια της κοινής συνείδησης γίνονται όρια της συνείδησης ολόκληρου του πολιτισμού, σε όλες τις εκφάνσεις. Δηλαδή το όριο της κοινής συνείδησης είναι το «έσχατο» για τον πολιτισμό μας. Αυτό έχει τεράστια σημασία, θα έλεγα συντελειακή σημασία και για τη μοίρα αυτής της ίδιας της τεχνολογίας.

Και η κρισιμότητα επικεντρώνεται σε τούτο το δεδομένο: όλος ο αμύθητος πλούτος του πνεύματος μεταφέρεται μέσα στην στενή μάντρα της κοινής συνείδησης και εκεί κρίνεται με τα μέτρα αυτής της συνείδησης. Και εκεί ευτελίζεται και δεινώς παρανοείται και προπηλακίζεται και απονευρώνεται. Η κοινή συνείδηση, καθώς είναι κυρίαρχη, δεν μοχθεί για να φθάσει προς τα μακρινά όρια που έφτασαν οι άλλες συνειδήσεις, αλλά τα θέλει όλα στα όρια του «πιάτου» της. Το όριό της το θεωρεί έσχατη αλήθεια και κριτήριο˙ και απορρίπτει τους άλλους ως πλανημένους, ακόμη και ως ανέντιμους.

Στο βάθος πρόκειται για την εκδίκηση της κοινής συνείδησης κατά των υψηλών συνειδήσεων, που μέχρι τώρα την εξανάγκαζαν να τανύεται ματαίως για να τις φτάσει, και ζούσε βασανιστικά τη μειονεξία της. Τώρα που ο τεχνολογικός πολιτισμός την κατέστησε κυρίαρχη ήρθε η «γλυκειά» ώρα της εκδίκησης. Όλα πρέπει να είναι κατανοητά από «τον λαό», μια αξίωση που ποτέ δεν έθεσε ο πνευματικώς υγιής λαός. Αλλά τίθεται από κάθε ανέτοιμο, από κάθε ολιγοφρενή, από κάθε απροσδιόνυσο - όταν ακόμη και η καλαθοπλεκτική απαιτεί προετοιμασία, μαθητεία, επιτηδειότητα και αίσθηση του ωραίου. Κάθε πολιτισμός στο τέλος συντρίβεται από τον βαρβαρισμό. Ο βαρβαρισμός της εποχής μας εκδηλώνεται με την κατακυριάρχηση της κοινής συνείδησης και των αποπνικτικών μέτρων της.

Βέβαια, στο τέλος συντελείται μια αφανιστική λησμονιά των επιτευγμάτων του πνεύματος. Αυτή η λησμονιά της έσχατης οριακότητας του υπάρχειν στον κόσμο, όπως τη γεωγράφησαν οι μεγάλες συνειδήσεις της ανθρωπότητας, είναι το πλέον δυσοίωνο συμβάν του πολιτισμού μας. Εκεί μάς οδηγεί η «ανεξάρτητη μεταβλητή» της κοινής συνείδησης, η οποία με την ακάματη - λόγω πλήθους - δράση της προσδιορίζει αποφασιστικά ολόκληρη τη συνάρτηση των μεγεθών του πολιτισμού μας.

Καθημερινή, 26/07/1987 και στο βιβλίο του ιδίου: «Δοκίμια Ιδεών», εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1993.

Ιδιωτικά σημαίνει αγγλόφωνα πανεπιστήμια - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Tα επιχειρήματα για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων (με προαπαιτούμενη αναθεώρηση του Συντάγματος) προκαλούν θλίψη και οργή. Θα έπρεπε να πούμε: προσβάλλουν τη νοημοσύνη του πολίτη. Aλλά σήμερα ξέρουμε πια ότι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και η λειτουργία του βασίζονται, σαν σε αναγκαία προϋπόθεση, στην εμπρόθετη προσβολή της νοημοσύνης μας: Oι μελέτες αγοράς βεβαιώνουν ότι κερδίζει τις εκλογές όποιο «κόμμα εξουσίας» υποκλέψει, με τεχνάσματα εντυπωσιασμού, ψήφους μιας κρίσιμης για το αποτέλεσμα μάζας με αχρηστευμένη νοημοσύνη και κρίση. H ευήθεια αυτής της μάζας καθορίζει το επίπεδο του πολιτικού βίου.

Θλίψη λοιπόν και οργή μάς προκαλούν όταν προσπαθούν να εντυπωσιάσουν οι πολιτικοί με το «επιχείρημα» ότι: Xάρη στα μη κρατικά πανεπιστήμια θα σταματήσει η βλαπτική της οικονομίας εξαγωγή συναλλάγματος για σπουδές των παιδιών που δεν πετυχαίνουν να εισαχθούν στα κρατικά πανεπιστήμια. Θέλουν δηλαδή να πιστέψουμε ότι φεύγουν να σπουδάσουν στο εξωτερικό μόνο παιδιά ανίκανα να πετύχουν τις απελπιστικά χαμηλές βαθμολογίες που απαιτεί η είσοδός τους στα ελλαδικά AEI; Kαι αν αυτού του επιπέδου σπουδαστές επιχειρούμε να συγκρατήσουμε στην Eλλάδα με τη συνταγματική αναθεώρηση, τότε πώς γίνεται να προβλέπουν οι εξουσιαστές μας ότι χάρη στα μη κρατικά πανεπιστήμια θα γίνει η χώρα μας «κέντρο ακτινοβολίας πολιτισμού» και «πόλος έλξης για τις νεολαίες ολόκληρης της νοτιοανατολικής Eυρώπης»;

Aλλά και αν δεχθούμε ότι τα περισσότερα από τα Eλληνόπουλα που φεύγουν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν είναι θύματα της απαιτούμενης πολύ υψηλής βαθμολογίας εισόδου σε δυο - τρεις σχολές μεγάλης ζήτησης (λ.χ. στην Iατρική), τι ακριβώς πιστεύουν οι θλιβεροί προπαγανδιστές της συνταγματικής αναθεώρησης: Θεωρούν περιττό στην Eλλάδα κάθε σχεδιασμό εξισορρόπησης κοινωνικών αναγκών και αντίστοιχων επαγγελμάτων, κάθε πρόνοια κοινωνικής απορρόφησης των πτυχιούχων; Θα αφεθούν όλα στους αυτοματικούς μηχανισμούς της «αγοράς»; Mια χώρα δέκα εκατομμυρίων κατοίκων (από τα οποία τα έξι ή εφτά συγκεντρωμένα –με αυτοκτονική παράφρονα λογική– σε δύο μεγαλουπόλεις) χρειάζεται περισσότερες από τις επτά (7!) πανεπιστημιακές σχολές ιατρικής που ήδη διαθέτει;

Mε θλίψη και οργή ακούμε τους υπέρμαχους της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων να θέλουν να πείσουν τους επιπόλαιους ή απερίσκεπτους πολίτες ότι εισηγούνται τη μόνη σωτήρια λύση και για τα κρατικά πανεπιστήμια: Oτι τα ιδιωτικά AEI θα είναι οπωσδήποτε τόσο υψηλού επιπέδου, ώστε ο αναπόφευκτος ανταγωνισμός με αυτά θα εξαναγκάσει και τα δημόσια να βγουν από τη σημερινή διάλυση και τον ντροπιαστικό εκπεσμό τους.

Σαν εμπειρική επιβεβαίωση ενός τέτοιου ισχυρισμού προβάλλεται η διαπίστωση ότι: Mε τη λειτουργία ιδιωτικών ραδιοτηλεοπτικών μέσων τα αντίστοιχα κρατικά υποχρεώθηκαν από τον ανταγωνισμό να βελτιωθούν σημαντικά. Aλλά το επιχείρημα είναι μόνο παραπλανητικό τέχνασμα. Kαμιά τομή ουσιαστικής αναμόρφωσης δεν έγινε στα κρατικά MME, πέρα από τις βελτιώσεις που επιφέρουν ο χρόνος και οι συγκυρίες. Aν σήμερα αποτελούν, πράγματι, παρηγοριά, είναι επειδή τα συγκρίνουμε με την τεταρτοκοσμική αθλιότητα, τη συνεχώς και δραματικά επιτεινόμενη, της ιδιωτικής τηλεόρασης - ραδιοφωνίας.

Kαι ας μην αντιτείνουν οι κεκράχτες ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα είναι μη κερδοσκοπικά, ενώ τα ιδιωτικά MME δουλεύουν για το κέρδος. Διότι, πρώτον, την υπονόμευση της ποιότητας την επιφέρει η υποταγή στους νόμους της αγοράς, όχι καθεαυτήν η κερδοσκοπία. Kαι, δεύτερον, διότι το άμεσο κέρδος ενδιαφέρει ελάχιστα (τα «ισχυρότερα» ιδιωτικά MME είναι μονίμως πνιγμένα στα χρέη που οι πολιτικοί, κάθε τόσο, εκβιαζόμενοι ή εξαγοραζόμενοι τους τα χαρίζουν) ενώ πλουτοφόρο είναι το παράπλευρο κέρδος μέσω της εξουσίας που ασκούν χειραγωγώντας τις συνειδήσεις.

Ο αντικοινωνικός χαρακτήρας των ιδιωτικών πανεπιστημίων ορίζεται από την υποταγή τους στους νόμους της αγοράς, νόμους προσφοράς και ζήτησης, νόμους των εντυπωσιακών τεχνασμάτων για την άγρα πελατών. Χάνεται τελεσίδικα (αν ισχύσει ο ανταγωνισμός και των κρατικών με τα ιδιωτικά ΑΕΙ) η συνείδηση του κοινωνικού λειτουργήματος. Επιπλέον, χωρίς χάρισμα προφητείας, με μόνη την ορθολογική πρόβλεψη, μπορεί ο κάθε οξυδερκής να είναι από τώρα βέβαιος ότι σε ελάχιστα χρόνια οι περισσότερες σχολές των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα είναι αγγλόφωνες. Οχι από μειωμένο πατριωτισμό ή γιατί το μεθοδεύουν «σκοτεινές δυνάμεις». Αλλά επειδή αυτό επιτάσσουν οι νόμοι της αγοράς. Το πιστοποιούμε και στα πανεπιστημιακά «κολέγια» στην Κύπρο, όπως και στα πιο «σοβαρά» και πετυχημένα ΙΕΚ στην Ελλάδα.

Η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι, φανερά, ο μόνος λόγος για την προτεινόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος – οι συνοδευτικές αλλαγές αποτελούν καρυκεύματα. Πρέπει να είναι πανίσχυρη η πίεση που συμφέροντα άνομα ασκούν στους πολιτικούς. Αλλά βολεύονται και οι ίδιοι με το καινοτόμημα, το βλέπουν σαν ελιξήριο που θα αμνηστεύσει την εγκληματική τους ατολμία, τις καταστροφικές παραλείψεις τους. Είκοσι τρία χρόνια τώρα από την επιβολή του διαβόητου νόμου-πλαισίου στα πανεπιστήμια (του πιο «αντιδραστικού», ριζικά αντικοινωνικού και υπηρετικού οργανωμένων συμφερόντων νομοθετήματος) αλλεπάλληλες κυβερνήσεις και μοιραίοι υπουργοί Παιδείας συντήρησαν τον εξευτελισμό και την αχρείωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Δεν τόλμησαν ούτε καν στην κακουργηματική καπηλεία του ακαδημαϊκού ασύλου να αντισταθούν ή την ντροπή της κομματοκρατίας και της ιδεολογικής τρομοκρατίας να αντιπαλέψουν θεσμικά. Δεν διανοήθηκαν αλλαγή στις εξωφρενικές συνθέσεις των εκλεκτορικών σωμάτων, στον μεθοδευμένο αποκλεισμό αξιοκρατικών απαιτήσεων για την ακαδημαϊκή εξέλιξη των διδασκόντων, στη ντροπή του «ενός και υποχρεωτικού συγγράμματος» ως εξεταστέας ύλης.

Tέτοια προκλητικά και σκανδαλώδη συμπτώματα υποβάθμισης και διάλυσης των πανεπιστημίων αν είχε γίνει έστω απόπειρα να διορθωθούν και είχε αποτύχει, θα υπήρχε τουλάχιστον κάποια δικαιολογία για την καταφυγή σήμερα στο ελιξήριο του «ανταγωνισμού». Aλλά απόπειρα δεν έγινε καμιά, γι’ αυτό και η επιχειρούμενη συνταγματική αναθεώρηση είναι (λυπάμαι για τη λέξη:) αδιάντροπη.

Συμπαίζουν στην Πλεκτάνη Aνάν, υπονομεύουν με σκοπιμότητες τον εξοπλισμό της χώρας, επιμένουν άνευ όρων για την είσοδο της Tουρκίας στην E.E., διαλύουν τα πανεπιστήμια (δηλαδή τη σπουδή και την έρευνα: τις προϋποθέσεις της παραγωγικότητας), παγιώνουν τον αμοραλισμό σαν αυτονόητη συνάρτηση λειτουργίας του κράτους. Ως πού θα φτάσουν; Πότε θα αφυπνιστούν αντανακλαστικά αυτοάμυνας της ελληνικής κοινωνίας;

Η Καθημερινή, 29/01/2006