23/10/12

Το ψεύδεσθαι στις διεθνείς σχέσεις - Τάσου Τζιωνή



To ψεύδεσθαι είναι η προς εξαπάτηση μετάδοση πληροφοριών. Η εξαπάτηση, δυστυχώς, αποτελεί ακόμα μέθοδο στη διεξαγωγή των κρατικών υποθέσεων, και το ψεύδεσθαι εργαλείο της. Ο μετερχόμενος το ψεύδος, το πράττει προς εξυπηρέτηση συμφέροντος, του ιδίου ή της χώρας του· συνηθέστερα και των δύο. Ο ψευδόμενος είναι πεπεισμένος ότι η κατ’ αυτόν ιερότητα του σκοπού, δηλαδή το συμφέρον, εξαγνίζει το μέσο, δηλαδή το ψεύδος. Γι’ αυτό, έστω και αν είναι ηθικά επιλήψιμο, το ψεύδεσθαι δεν καταφρονείται από τους ηγέτες. Για τούτο και το μετέρχονται κατά τη διεξαγωγή των κρατικών υποθέσεων, εσωτερικών και εξωτερικών. 

Η έρευνα έχει διαπιστώσει ότι υφίσταται εσωτερικός δεσμός μεταξύ του ψεύδεσθαι και του εμπιστεύεσθαι. Έχει συναφώς εξαχθεί ότι οι ηγέτες ψεύδονται συχνότερα προς τον δικό τους λαό και σπάνια προς ξένους ηγέτες. Αιτία γι’ αυτό θεωρείται το ότι ο λαός συνήθως εμπιστεύεται τον ηγέτη του ενώ, στις διεθνείς σχέσεις, οι ηγέτες σπανίως εμπιστεύονται αλλήλους.

Δεν είναι απαραίτητο να είναι αναληθείς οι μεταδιδόμενες πληροφορίες για να συντελείται το ψεύδεσθαι· μπορεί να συντελεσθεί και με αληθείς. Μερικές φορές, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών γίνεται με την πεποίθηση του μεταδίδοντος ότι οι πληροφορίες είναι αληθείς. Η πράξη της μετάδοσής τους ισοδυναμεί με ψεύδος όταν ο λήπτης αντιληφθεί ότι οι πληροφορίες που έλαβε δεν είναι αληθείς και αποφανθεί ότι ο μεταδώσας εψεύσθη.

Άλλες φορές, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών οφείλεται στην άγνοια της αλήθειας από τον μεταδίδοντα. Αυτό δεν καθιστά την άγνοια, κατ’ ανάγκη, αθώα. Η άγνοια μπορεί να οφείλεται στην σκόπιμη παράλειψη του μεταδίδοντος να πληροφορηθεί την αλήθεια, έχοντας αποφασίσει να μεταδώσει αυτό που ο ίδιος θεωρεί «προσήκον» ή «συμφέρον», έστω και αν δεν είναι αληθές. Δεν είναι επίσης ασύνηθες, η άγνοια της αλήθειας να οφείλεται στο ότι ο μεταδίδων επέδειξε αμέλεια ή ολιγωρία να την πληροφορηθεί. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών αποτελεί ψεύδος κατά τον ίδιο τρόπο που η μετάδοση αληθών πληροφοριών, με την πεποίθηση ότι είναι ψευδείς, αποτελεί αλήθεια.

Το ψεύδεσθαι προς άλλο κράτος είναι πράξη επικίνδυνη· όχι τόσο λόγω της πράξης του ψεύδεσθαι, αυτής καθαυτής, όσο λόγω της πιθανότητας αποκάλυψής της. Το ψεύδεσθαι συνιστά απάρνηση της καλής πίστης η οποία απαιτεί σεβασμό στην αλήθεια. Η αρχή της καλής πίστης είναι θεμελιώδης αρχή των διεθνών σχέσεων. Στις διεθνείς συναντήσεις, τις διαπραγματεύσεις και την εν γένει διεθνή επικοινωνία και τις συναλλαγές, η καλή πίστη θεωρείται όρος εκ των ων ουκ άνευ για τη διεξαγωγή τους. Αποκάλυψη της απουσίας της επισύρει ακόμη και την ακυρότητα των επιτευχθέντων. Το γνωρίζουν αυτό οι μετερχόμενοι το ψεύδος· γι’ αυτό, ευχερώς, προθύμως και ευχαρίστως, ομνύουν πίστη και αφοσίωση στην αλήθεια, συγχρόνως ψευδόμενοι και ταυτοχρόνως απαιτώντας και αναμένοντας να πληροφορούνται από τον συνομιλητή τους ακεραία την αλήθεια· και μόνο την αλήθεια.

Στις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία είναι επιτρεπτό να μη λέγεται όλη η αλήθεια. Δεν είναι όμως επιτρεπτό να αποκρύπτεται τόση αλήθεια, ώστε, όση έχει ειπωθεί, να ισοδυναμεί με ψεύδος. Είναι θεμιτό να ειπωθούν πολύ λίγα ή να μην ειπωθεί τίποτα· δεν είναι όμως θεμιτό να λεχθούν, τόσα, τέτοια, και κατά τρόπο, ώστε η λογική σημασία των ρηθέντων, αποσιωπηθέντων και συμφραζομένων, να είναι αντίθετη προς την αλήθεια.

Θεωρούμε δε, ως αλήθεια, ό,τι αποδίδει εκείνο το οποίο πραγματικώς είναι, υπάρχει ή γίνεται. Ο ηγέτης δεν ψεύδεται. Ο ηγέτης κράτους, ως εκ του υπάτου αξιώματός του, οφείλει να γνωρίζει, και θεωρείται ότι κατέχει πάντα την αλήθεια· τουλάχιστον, καθόσον αφορά στο κράτος του. Δεν ημπορεί, συνεπώς, έχοντας ψευσθεί, να επικαλεσθεί ή προφασισθεί άγνοια της αλήθειας· ούτε μπορεί να επικαλεσθεί άνωθεν εντολές· ως κρατικός ηγέτης δεν υπόκειται σε τέτοιες. Ηγέτης κράτους, ο οποίος αποκαλύπτεται ψευδόμενος, ευτελίζει τον λαό του και πλήττει το κύρος, την αξιοπιστία και την αξιοπρέπεια της χώρας του.
 
Λόγω της σοβαρότητας των συνεπειών του ψεύδους στις διεθνείς σχέσεις, ό,τι λέγεται από έναν ηγέτη προς άλλο, θεωρείται ότι είναι αληθές, ως εκ του γεγονότος και μόνο ότι λέχθηκε από ηγέτη προς ηγέτη· γι’ αυτό, δεν αμφισβητείται. Αυτό το αξίωμα είναι ισχυρό ακόμα και στη σπάνια περίπτωση κατά την οποία συμφέρει στον ηγέτη που έχει ψευσθεί να θεωρηθούν αναληθή τα όσα είπε. Το συμφέρον του κράτους απαιτεί, ο ηγέτης του να θεωρείται ότι λέει πάντα την αλήθεια? ακόμα κι όταν έχει ψευσθεί. Στην ακραία και απευκταία περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος αμφισβητεί την ειλικρίνεια του ηγέτη άλλου κράτους, η εκδήλωση της αμφισβήτησης συνιστά προσβολή, και πράξη μη φιλική έως και εχθρική, για το κράτος του ηγέτη, ο λόγος του οποίου αμφισβητείται. 

Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, το ψεύδεσθαι θα συνεχίσει να αποτελεί πρόχειρο εργαλείο στη διεξαγωγή των διεθνών υποθέσεων· κυρίως για εκείνους τους ηγέτες οι οποίοι φρονούν ότι το ψεύδεσθαι αυξάνει την ισχύ και το κύρος τους, είτε έναντι του λαού τους, είτε έναντι του ξένου ηγέτη με τον οποίο συνομιλούν ή διαπραγματεύονται. Πρόκειται για ηγέτες οι οποίοι ανήκουν, κατά κανόνα, στην κατηγορία των πολιτικών οι οποίοι δέχονται τον πολιτικό αμοραλισμό ως φυσιολογικό και αναγκαίο ή ακόμη και ιδεολογικά επιβαλλόμενο.

Διαφωνούμε ότι το ψέμα είναι χρήσιμο, πολύ δε περισσότερο, αναγκαίο ή, χειρότερα, απαραίτητο, στη διεξαγωγή των κρατικών υποθέσεων, εσωτερικών ή διεθνών. Ακόμη και αν δεχθεί κανείς ότι οι κανόνες της ηθικής δεν ευδοκιμούν και δεν καρποφορούν στις διεθνείς σχέσεις, λόγοι πολιτικού ρεαλισμού επιβάλλουν την πλήρη αποφυγή του ψεύδεσθαι, ιδιαίτερα από τα μικρά κράτη, και μάλιστα από εκείνα που πιστεύουν στο δίκαιό τους και αγωνίζονται γι’ αυτό.

Η καταφυγή στο ψεύδος μπορεί να αποφέρει πρόσκαιρα μόνο οφέλη στον ηγέτη, τον λαό και το κράτος του. Καθώς γνωμάτευε πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια ο μεγάλος τραγικός μας ποιητής Σοφοκλής, «οὐδὲν ἕρπει ψεῦδος εἰς γῆρας χρόνου» και «οὐκ ἐξάγουσιν καρπὸν οἱ ψευδεῖς λόγοι». Κανένα ψεύδος, λοιπόν, δεν αντέχει στο χρόνο και κανένα όφελος δεν μπορούν να αποφέρουν οι ψευδείς λόγοι. Αληθώς δραματικά, δραματικώς αληθή και τραγικώς επίκαιρα. 
Πηγή: "Ο Φιλελεύθερος", Αύγουστος 2012

8/10/12

Γράμμα στὸν ἀναγνώστη, Χρήστου Μαλεβίτση



«Φίλε ἀναγνώστη,

Τὰ γράμματα αὐτὰ εἶναι γιὰ σένα. Ποιός ξέρει σὲ ποιὰ ἐποχή, σὲ ποιόν τόπο καὶ σὲ ποιάν ἡλικία σου τὰ διαβάζεις.

Κάθε ἄνθρωπος εἶναι μιὰ χορδή. Τοὺς ἤχους ποὺ θὰ βγάλει, θὰ τοὺς καθορίσουν, τὸ ὑλικό της, τὸ τέντωμά της, τὸ ἠχεῖο της, τὸ ὑλικὸ τοῦ δοξαριοῦ, ὁ τρόπος ποὺ θὰ κινηθεῖ τὸ δοξάρι, ἡ στιγμὴ ποὺ θὰ ἐκκενώσει ὅλα αὐτὰ πάνω ἀπὸ τὴν ἄβυσσό της. Εἶναι στιγμὲς δύστοκες, μάταιες, χαμένες. Εἶναι καὶ στιγμὲς ποὺ πέφτει ὁ σταλαγμὸς τῆς μουσικῆς ἀπροσδόκητος, διεισδυτικὸς ἀποκαλυπτικός. Στὴν ἐποχὴ τῶν τηλεπικοινωνιῶν, ἔγινε ἀδύνατη ἡ ἐπικοινωνία μὲ τὸν διπλανό μας, τὸν πλησίον μας. Κι ὅμως ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στὴν ἐπικοινωνία, ἡ ἀλήθεια τοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς ἀνθρωπινότητάς μας. Στὴν ἐποχὴ τῶν ἐπιστημονικῶν ἀληθειῶν, χάσαμε τὴν προσωπικὴ μας ἀλήθεια.

Τὴν ἀλήθεια τὴ χάσαμε, αὐτὸ δὲν θὰ πεῖ ὅμως πὼς τὴν ξεχάσαμε. Δὲν πρέπει νὰ τὴν ξεχάσουμε. Ἡ λησμονιὰ ἐνοικεῖ στὶς τύψεις. Ὡστόσο ἡ ἀνθρωπότητα χάνει τὴν μνήμη της. Ἔστω, ἂν δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε, ἂς μὴ χάσουμε τὴν ἀνάμνηση τῆς ἀλήθειας. Ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι ἀντικείμενο, εἶναι ὁδός. Τώρα ποὺ πληθαίνουν οἱ λόχμες, ἂς προσέξουμε νὰ μὴ χάσουμε τὰ χνάρια τοῦ δρόμου ποὺ πέρασε ἡ Ἀλήθεια. Πρέπει ξανὰ νὰ διανοίξουμε τοὺς τρίβους. Νὰ εἴμαστε οἱ πρόδρομοι. Δὲν εἶναι μικρὸ ἔργο.

Πρέπει νὰ μείνει ἕνας δίκαιος μέσα στὶς πόλεις τοῦ χαμοῦ. Ἕνας γιὰ νὰ κρατεῖ τὴν μνήμη τοῦ ἀνθρώπινου βάθους. Θὰ εἶναι παράξενος ἄνθρωπος αὐτός. Θὰ μάχεται μὲ ἴσκιους, μὲ τὸ τίποτε. Μέχρις ὅτου αὐτὸ τὸ τίποτε ξαναγίνει τὸ πᾶν».

(Περιοδικό "Ευθύνη", τεύχος 339 - 2000).

Ράινερ-Μαρία Ρίλκε (1875-1926) - Περὶ Ζωῆς καὶ Ἔρωτος



«Ποτὲ δὲν εἴμαστε πιὸ δίκαιοι απ’ ὅ,τι ὅταν θαυμάζουμε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχή».

«Πρέπει νὰ ζεῖ κανεὶς τὴ ζωὴ μέχρις ἐσχάτων, στὸ βάθος της καὶ ὄχι λογαριάζοντας τὴν καθημερινότητα. Δὲν ὑποχρεοῦται νὰ πράττει κανεὶς τὸ κοντινὸ καὶ τὸ χειροπιαστὸ ἐφόσον νιώθει πιὸ κοντὰ στὸ μακρινό, στὸ ἀπώτερο, στὸ ἀπώτατο. Δικαιοῦται κανεὶς νὰ ὀνειρεύεται ἐνόσῳ κάποιοι ἄλλοι σώζουν, ἐφόσον τὰ ὄνειρα αὐτὰ τοῦ φαίνονται πιὸ πραγματικὰ ἀπ’ τὴν πραγματικότητα καὶ πιὸ ἀπαραίτητα ἀπ’ τὸ ψωμί. Μὲ δυὸ λόγια: πρέπει νὰ κάνει κανεὶς μέτρο τῆς ζωῆς του τὴ μέγιστη δυνατότητα ποὺ φέρει ἐντός του. Διότι ἡ ζωή μας εἶναι μεγάλη, καὶ χωρᾶ μέσα της τόσο μέλλον, ὅσο ἐμεῖς μποροῦμε νὰ κουβαλήσουμε».

«Εἶθε ἀναπολῶντας ὅσα ἀνθρώπινα πρόσωπα ἐνδιαφέρθηκαν κάποτε για μᾶς μὲ σοβαρότητα καὶ εἰλικρίνεια, νὰ μὴ βρεθοῦμε ποτὲ ἀναγκασμένοι νὰ κατηγορήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας πὼς τὰ προδώσαμε ἢ τὰ ἀμελήσαμε. Νὰ ὅμως ποὺ ζοῦμε στὴν πυκνότητα τοῦ ἑνὸς δικοῦ μας σώματος πού, καὶ ἀπὸ καθαρὰ φυσιολογικὴ ἄποψη (διότι βεβαίως ἐκκινοῦμε ὑποχρεωτικὰ καὶ ἀποκλειστικὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ Ἐγώ, ποὺ ἔχει καὶ τὴ σωματική του διάσταση) μᾶς ἐπιβάλλει ἰδιαίτερα μέτρα καὶ σταθμά· ζοῦμε, θέλω νὰ πῶ, στὴν αἰχμαλωσία αὐτοῦ τοῦ κορμιοῦ, τὸ δὲ περιβάλλον, μέσα στὸ ὁποῖο κινοῦμαστε, ἐπισύρει καὶ ἄλλες δεσμεύσεις καὶ προκαταλήψεις… Δὲν εἴμαστε λοιπὸν πάντα τόσο ἐλεύθεροι, δὲν ἀγαποῦμε τόσο καὶ δὲν εἴμαστε τόσο ἀθῶοι, ὅσο θὰ μᾶς ἐπέτρεπαν τὰ ἀποθέματα καὶ οἱ πεποιθήσεις μας. Συχνὰ μάλιστα μᾶς περιορίζει καὶ ἡ ἀνασφάλεια, ἀκόμη καὶ ἡ ἁπλὴ ἀδυναμία συγκέντρωσης· πόση μεγαλόψυχη αὐτοπεποίθηση θὰ χρειαζόταν προκειμένου νὰ τείνουμε ἀπολύτως εὐήκοον οὖς καὶ νὰ ἔχουμε ἕτοιμη μιὰ πέρα γιὰ πέρα ἀλάθητη ἀπάντηση, σὲ κάθε φωνὴ ποὺ φθάνει ὣς ἐμᾶς».

«Γιατί μία εἶναι ἡ δύναμη τῆς ἀνθρώπινης φύσης χάρη στὴν ὁποία καταφέρνουμε τὰ πάντα, μιὰ στοχοπροσήλωση κι ἕνας καθαρὸς προσανατολισμὸς τῆς καρδιᾶς, κι ὅποιος τὴν ἔχει δὲν θά’ πρεπε νὰ ἐπιτρέπει στὸν φόβο νὰ τὸν κυριεύει».

«Δὲν ὑπάρχει χειρότερη φυλακὴ ἀπ’ τὸν φόβο μὴν πληγώσουμε κάποιον ποὺ μᾶς ἀγαπᾶ».

«Ἀγαπιέμαι θὰ πεῖ τυλίγομαι στὶς φλόγες. Ἀγαπῶ σημαίνει φέγγω καίγοντας λάδι ἀνεξάντλητο. Ἀγαπιέμαι σημαίνει παρέρχομαι, ἀγαπῶ σημαίνει διαρκῶ».

«Τὸ θαῦμα ποὺ ζοῦν κάθε φορὰ ὅσοι ἀγαποῦν πραγματικά, ἔγκειται στὸ ὅτι ὅσο πιὸ πολλὰ δίνουν, τόσο πιὸ πολλὴ ἀποκτοῦν ἀπὸ τὴν ἀπολαυστική, θρεπτικὴ ἐκείνη ἀγάπη, ἀπ’ τὴν ὁποία ἀντλοῦν τὴ δύναμή τους τὰ λουλούδια καὶ τὰ παιδιὰ καὶ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ βοηθήσει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀρκεῖ νὰ τὴν ἀποδέχονταν, χωρὶς νὰ ἀμφιβάλλουν».

«Εἶναι χαρακτηριστικὸ κάθε ἔρωτα, στὸν ὁποῖο ἔχει ἐμβαθύνει κανείς, τὸ ὅτι καθιστᾶ ἐκεῖνον ποὺ τὸν ζεῖ δίκαιο καὶ διορατικό».

«Ὅσοι ἔχουν κάποιον νὰ τοὺς ἀγαπᾶ ζοῦν ἄσχημα καὶ διατρέχουν ἕνα σωρὸ κινδύνους. Μακάρι νὰ ξεπερνοῦσαν τὸ ἐμπόδιο αὐτὸ καὶ ν’ ἄρχιζαν νὰ ἀγαποῦν. Γιατί ὅσοι ἀγαποῦν περιβάλλονται ἀπὸ ἀσφάλεια καὶ τίποτε ἄλλο, πέρα ὣς πέρα».


(τὰ ἀποσπάσματα ἐχουν ληφθεῖ ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ulrich Baer: "Ἡ Σοφία τοῦ Ρίλκε", σὲ μετάφραση Ἀλεξάνδρας Νικολακοπούλου, εκδόσεις Πατάκη, 2009).