Η έρευνα έχει διαπιστώσει ότι υφίσταται εσωτερικός δεσμός μεταξύ του ψεύδεσθαι και του εμπιστεύεσθαι. Έχει συναφώς εξαχθεί ότι οι ηγέτες ψεύδονται συχνότερα προς τον δικό τους λαό και σπάνια προς ξένους ηγέτες. Αιτία γι’ αυτό θεωρείται το ότι ο λαός συνήθως εμπιστεύεται τον ηγέτη του ενώ, στις διεθνείς σχέσεις, οι ηγέτες σπανίως εμπιστεύονται αλλήλους.
Δεν είναι απαραίτητο να είναι αναληθείς οι μεταδιδόμενες πληροφορίες για να συντελείται το ψεύδεσθαι· μπορεί να συντελεσθεί και με αληθείς. Μερικές φορές, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών γίνεται με την πεποίθηση του μεταδίδοντος ότι οι πληροφορίες είναι αληθείς. Η πράξη της μετάδοσής τους ισοδυναμεί με ψεύδος όταν ο λήπτης αντιληφθεί ότι οι πληροφορίες που έλαβε δεν είναι αληθείς και αποφανθεί ότι ο μεταδώσας εψεύσθη.
Άλλες φορές, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών οφείλεται στην άγνοια της αλήθειας από τον μεταδίδοντα. Αυτό δεν καθιστά την άγνοια, κατ’ ανάγκη, αθώα. Η άγνοια μπορεί να οφείλεται στην σκόπιμη παράλειψη του μεταδίδοντος να πληροφορηθεί την αλήθεια, έχοντας αποφασίσει να μεταδώσει αυτό που ο ίδιος θεωρεί «προσήκον» ή «συμφέρον», έστω και αν δεν είναι αληθές. Δεν είναι επίσης ασύνηθες, η άγνοια της αλήθειας να οφείλεται στο ότι ο μεταδίδων επέδειξε αμέλεια ή ολιγωρία να την πληροφορηθεί. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η μετάδοση αναληθών πληροφοριών αποτελεί ψεύδος κατά τον ίδιο τρόπο που η μετάδοση αληθών πληροφοριών, με την πεποίθηση ότι είναι ψευδείς, αποτελεί αλήθεια.
Το ψεύδεσθαι προς άλλο κράτος είναι πράξη επικίνδυνη· όχι τόσο λόγω της πράξης του ψεύδεσθαι, αυτής καθαυτής, όσο λόγω της πιθανότητας αποκάλυψής της. Το ψεύδεσθαι συνιστά απάρνηση της καλής πίστης η οποία απαιτεί σεβασμό στην αλήθεια. Η αρχή της καλής πίστης είναι θεμελιώδης αρχή των διεθνών σχέσεων. Στις διεθνείς συναντήσεις, τις διαπραγματεύσεις και την εν γένει διεθνή επικοινωνία και τις συναλλαγές, η καλή πίστη θεωρείται όρος εκ των ων ουκ άνευ για τη διεξαγωγή τους. Αποκάλυψη της απουσίας της επισύρει ακόμη και την ακυρότητα των επιτευχθέντων. Το γνωρίζουν αυτό οι μετερχόμενοι το ψεύδος· γι’ αυτό, ευχερώς, προθύμως και ευχαρίστως, ομνύουν πίστη και αφοσίωση στην αλήθεια, συγχρόνως ψευδόμενοι και ταυτοχρόνως απαιτώντας και αναμένοντας να πληροφορούνται από τον συνομιλητή τους ακεραία την αλήθεια· και μόνο την αλήθεια.
Στις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία είναι επιτρεπτό να μη λέγεται όλη η αλήθεια. Δεν είναι όμως επιτρεπτό να αποκρύπτεται τόση αλήθεια, ώστε, όση έχει ειπωθεί, να ισοδυναμεί με ψεύδος. Είναι θεμιτό να ειπωθούν πολύ λίγα ή να μην ειπωθεί τίποτα· δεν είναι όμως θεμιτό να λεχθούν, τόσα, τέτοια, και κατά τρόπο, ώστε η λογική σημασία των ρηθέντων, αποσιωπηθέντων και συμφραζομένων, να είναι αντίθετη προς την αλήθεια.
Θεωρούμε δε, ως αλήθεια, ό,τι αποδίδει εκείνο το οποίο πραγματικώς είναι, υπάρχει ή γίνεται. Ο ηγέτης δεν ψεύδεται. Ο ηγέτης κράτους, ως εκ του υπάτου αξιώματός του, οφείλει να γνωρίζει, και θεωρείται ότι κατέχει πάντα την αλήθεια· τουλάχιστον, καθόσον αφορά στο κράτος του. Δεν ημπορεί, συνεπώς, έχοντας ψευσθεί, να επικαλεσθεί ή προφασισθεί άγνοια της αλήθειας· ούτε μπορεί να επικαλεσθεί άνωθεν εντολές· ως κρατικός ηγέτης δεν υπόκειται σε τέτοιες. Ηγέτης κράτους, ο οποίος αποκαλύπτεται ψευδόμενος, ευτελίζει τον λαό του και πλήττει το κύρος, την αξιοπιστία και την αξιοπρέπεια της χώρας του.
Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, το ψεύδεσθαι θα συνεχίσει να αποτελεί πρόχειρο εργαλείο στη διεξαγωγή των διεθνών υποθέσεων· κυρίως για εκείνους τους ηγέτες οι οποίοι φρονούν ότι το ψεύδεσθαι αυξάνει την ισχύ και το κύρος τους, είτε έναντι του λαού τους, είτε έναντι του ξένου ηγέτη με τον οποίο συνομιλούν ή διαπραγματεύονται. Πρόκειται για ηγέτες οι οποίοι ανήκουν, κατά κανόνα, στην κατηγορία των πολιτικών οι οποίοι δέχονται τον πολιτικό αμοραλισμό ως φυσιολογικό και αναγκαίο ή ακόμη και ιδεολογικά επιβαλλόμενο.
Διαφωνούμε ότι το ψέμα είναι χρήσιμο, πολύ δε περισσότερο, αναγκαίο ή, χειρότερα, απαραίτητο, στη διεξαγωγή των κρατικών υποθέσεων, εσωτερικών ή διεθνών. Ακόμη και αν δεχθεί κανείς ότι οι κανόνες της ηθικής δεν ευδοκιμούν και δεν καρποφορούν στις διεθνείς σχέσεις, λόγοι πολιτικού ρεαλισμού επιβάλλουν την πλήρη αποφυγή του ψεύδεσθαι, ιδιαίτερα από τα μικρά κράτη, και μάλιστα από εκείνα που πιστεύουν στο δίκαιό τους και αγωνίζονται γι’ αυτό.
Η καταφυγή στο ψεύδος μπορεί να αποφέρει πρόσκαιρα μόνο οφέλη στον ηγέτη, τον λαό και το κράτος του. Καθώς γνωμάτευε πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια ο μεγάλος τραγικός μας ποιητής Σοφοκλής, «οὐδὲν ἕρπει ψεῦδος εἰς γῆρας χρόνου» και «οὐκ ἐξάγουσιν καρπὸν οἱ ψευδεῖς λόγοι». Κανένα ψεύδος, λοιπόν, δεν αντέχει στο χρόνο και κανένα όφελος δεν μπορούν να αποφέρουν οι ψευδείς λόγοι. Αληθώς δραματικά, δραματικώς αληθή και τραγικώς επίκαιρα.
Πηγή: "Ο Φιλελεύθερος", Αύγουστος 2012