Από δημοσιεύματα μερίδας του Τύπου πληροφορηθήκαμε οι πολίτες μια συστοιχία συμπτωμάτων που πιθανόν προοιωνίζονται μετάλλαξη του πολιτικού βίου στη χώρα μας. Τα συμπτώματα δηλώνουν παράκαμψη των κομματικών μηχανισμών από τους κομματικούς πολιτευτές προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντά τους. Η έκταση του φαινομένου είναι το καινούργιο (και πολλά προοιωνιζόμενο) δεδομένο.
Συνάχθηκαν τα περιστατικά από τις πρόσφατες εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης. Και δίνουν την αίσθηση ότι το ελλαδικό πολιτικό σκηνικό περνάει (νομοτελειακά) σε καινούργια διαμόρφωση: Οι επαγγελματικές συντεχνίες οι αποκαλούμενες «κόμματα» εξακολουθούν ακόμα (συμβατικά) να συσπειρώνουν, αλλά αδυνατούν πια να εξυπηρετήσουν αποτελεσματικά τα ιδιοτελή συμφέροντα των πολιτευομένων. Γι’ αυτό και τα ιδιοτελή συμφέροντα αυτονομούνται από την κομματική συσπείρωση, ανοίγονται σε αποτελεσματικότερες διαπλοκές, διακομματικές – οι μηχανισμοί των κομμάτων αρχίζουν να χάνουν την ισχύ τους.
Διαβάζουμε οι πολίτες σε μερίδα του Τύπου πληροφορίες που δεν διαψεύστηκαν, δεν αμφισβητήθηκαν με δημόσιες δηλώσεις: Για δημάρχους του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που εξελέγησαν, επειδή οι τοπικοί βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος τους παραχώρησαν τις ψήφους του ιδιωτικού τους ποιμνιοστασίου (αφήνοντας έκθετο τον τοπικό κυβερνητικό υποψήφιο). Και το αντίστροφο επίσης: βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης που πρόσφεραν όσες ψήφους δουλοκτησίας διαθέτουν στον υποψήφιο του κυβερνώντος κόμματος. Αυτά στον Πειραιά, στον Βόλο, στο Χαλάνδρι, στον Βύρωνα, στο Περιστέρι, στη Νέα Σμύρνη, στην Αργυρούπολη Αττικής, στη Σταυρούπολη και Νεάπολη Θεσσαλονίκης, στην Κω, στην Κέρκυρα – χωρίς εγγύηση ότι οι διάσπαρτες σε μερίδα του Τύπου πληροφορίες καταγράφουν την πραγματική έκταση του φαινομένου.
Πρέπει να πρόκειται για αμοιβαίο δανεισμό ιδιωτικών ποιμνιοστασίων με συμφωνημένη την ανταλλαγή – δηλαδή: «θα με κάνεις δήμαρχο και θα σε κάνω βουλευτή». Ξέρουν οι πολιτευόμενοι ότι θα ήταν εντελώς ουτοπικό αν περίμεναν να εκτιμηθεί η ικανότητα και η ανθρώπινη ποιότητα από τους ψηφοφόρους σήμερα, ξέρουν ότι αξιολογικές αποτιμήσεις δεν λειτουργούν στην ελλαδική κοινωνία. Αλλά βλέπουν και τους κομματικούς μηχανισμούς (που συστηματικά επί δεκαετίες ξερίζωσαν από τον τόπο κάθε ίχνος αξιοκρατίας) συνεχώς να αποδυναμώνονται – η συνεκτική ύλη που έδενε τους ψηφοφόρους με το κόμμα (τα ιδεολογικά παραισθησιογόνα και το ρουσφέτι) δεν υπάρχει πια, δεν λειτουργεί.
Τα «πολυσυλλεκτικά» συμφέροντα των κομμάτων εξουσίας έχουν εξαλείψει το όποιο λείμμα αφελών παρέμενε εξαρτημένο από κόμματα για λόγους ιδεολογικούς. (Ακόμα και το «κομμουνιστικό» κόμμα μιλάει πια μόνο για «συμφέροντα» και «δικαιώματα», δεκδικήσεις καταναλωτικής ευχέρειας, περιορίζοντας στην κοπαδιασμένη νεολαία του και μόνο τις παλιές τακτικές των ιδεολογικών αποχαυνωτικών εξαρτήσεων). Το δε ρουσφέτι, παντοδύναμο όπλο των κομμάτων εξουσίας, ταυτισμένο με τους διορισμούς στο δημόσιο, έχει δραματικά δυσκολευτεί (όσα «παράθυρα» κι αν εφευρίσκουν οι κυβερνήσεις) από τον έλεγχο που ασκεί η Ε.Ε. στον δημόσιο τομέα του συλλογικού μας βίου.
Από τότε που άρχισαν να ρέουν στη χώρα οι πακτωλοί των «πακέτων» της Ε.Ε., το ρουσφέτι άλλαξε προσανατολισμό: κατευθύνθηκε στην επιδίωξη συμμετοχής σε επιδέξια «προγράμματα», εκπονήσεις «μελετών», αναθέσεις «έργων», «προμήθειες» από εκτέλεση παραγγελιών. Αυτά όλα μεταποιήθηκαν σε «συναρπαστικές» ευκαιρίες καταλήστευσης του κοινωνικού χρήματος, δηλαδή σε ρουσφέτι. Γι’ αυτό και ύστερα από είκοσι πέντε χρόνια μυθικών για την ιστορία του Νέου Ελληνισμού παροχών, η χώρα είναι ακόμη με λειψό οδικό δίκτυο, παλαιοντολογικό σιδηροδρομικό, χωρίς λιμάνια, με δραματικά ανεπαρκή ακτοπλοΐα, χρεοκοπημένο αερομεταφορέα, δίχως κτηματολόγιο και συνεχή, ιλιγγιώδη πτώση της παραγωγικότητας.
Τις συναρπαστικές ευκαιρίες καταλήστευσης κοινωνικού χρήματος τις διαχειρίζονται ή τις ελέγχουν κυρίως τα υπουργεία και η τοπική αυτοδιοίκηση. Υπουργοί και τοπικοί άρχοντες αναλαμβάνοντας το υπούργημά τους ενημερώνονται, συνήθως κατά προτεραιότητα, ποια συμφέροντα «παίζονται» στο πεδίο των αρμοδιοτήτων τους. Η ενδεχόμενη «διαπλοκή» μαζί τους λύνει προβλήματα εξασφάλισης πόρων για το κόμμα, για την ατομική προεκλογική διαφήμιση και συγκροτεί μεθοδικά την προσωπική πελατεία του πολιτευτή, πλέγμα καλοστημένων εξαρτήσεων, ιδιωτικό ποιμνιοστάσιο
Οι αντιστάσεις στη «διαπλοκή» πρέπει να είναι εξαιρετικά δυσκατόρθωτες και μάλλον να μειώνονται όσο κατεβαίνουμε την κλίμακα της εξουσιαστικής ιεραρχίας. Μοιάζει ο μεγαλύτερος πολυμερισμός του εκσυγχρονισμένου ρουσφετιού (το πιο διευρυμένο φαγοπότι) να γίνεται στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Γι’ αυτό και το αλισβερίσι των πολιτευόμενων επικεντρώνεται, δίχως προσχήματα, στις εκλογές των τοπικών αρχόντων, όπου τα ατομικά συμφέροντα εξουδετερώνουν ακόμη και τους κομματικούς μηχανισμούς, ακυρώνουν τις κομματικές ταυτότητες.
Ποιος όμως είναι ο ανθρωπολογικός τύπος, καθόλου σπάνιος στην ελλαδική κοινωνία σήμερα, που δέχεται να σταυλίζεται σε ιδιωτικά ποιμνιοστάσια επαγγελματιών της πολιτικής και να τον δανείζουν οι επαγγελματίες σε αντίπαλο κόμμα, αν αυτό τους συμφέρει, όπως περίπου σε εποχές δουλοκτησίας και αγοραπωλησίας, κατά Γκόγκολ, «νεκρών ψυχών»; Ποιες εξαρτήσεις πρέπει να δένουν έναν άνθρωπο όχι σε κόμμα (όπου η εξάρτηση υποδύεται τουλάχιστον την ιδεολογική προτίμηση) αλλά σε ένα και μόνο άτομο ολοφάνερου οπορτουνισμού, σε επαγγελματία που πασχίζει μόνο για το εγωτικό του συμφέρον; Ποιες ευαισθησίες, ποιες απαιτήσεις από τη ζωή, ποια όνειρα για τα παιδιά τους έχουν οι άνθρωποι που πειθαρχούν σε κελεύσματα εξουσιολάγνων και, αυτοπροαίρετα, μόνοι πίσω από το παραπέτασμα πριν την ψηφοδόχο, ευνουχίζουν την κρίση τους και την ανθρωπιά τους;
Τελικά, προβληματικοί τύποι ίσως να είμαστε όσοι θέτουμε τέτοια ερωτήματα, όσοι αρνούμαστε να παραδεχθούμε ότι η εκμηδένιση της λογικής, των κριτηρίων ποιότητας και κάθε ανθρώπινης ευαισθησίας είναι προϋπόθεση επιβίωσης στην ελλαδική κοινωνία σήμερα. Μας το επιβεβαιώνουν κάθε μέρα, προκλητικά, και τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων: Για να επιβιώσει κανείς πρέπει να υποταχθεί στο απύθμενο θράσος της συνδικαλισμένης δημοσιοϋπαλληλίας, στους «αγώνες» της που προκαλούν χυδαία τη νεολαία του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή του καθημερινού δωδεκάωρου με μηνιάτικο 600 και 700 ευρώ. Να καταπίνει κανείς ραγιάδικα την επιθετική μοχθηρία του δυσπρόσοπτου εκπροσώπου Τύπου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έτσι που εγκαλεί ακατάσχετα τη σημερινή κυβέρνηση για κοινωνικά εγκλήματα, αποτρόπαια, του δικού του κόμματος στα είκοσι προηγούμενα χρόνια εξουσίας του.
Υποδουλωμένοι στην παράνοια, στη χυδαιότητα και στην ανελπιστία, γιατί να μην πουληθούμε και σαν «νεκρές ψυχές» στο κερδοφόρο αλισβερίσι κάποιου «νονού» της ζοφερής νύχτας του τάχα και «πολιτικού» μας βίου;
«Η Καθημερινή», 05/11/2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου