24/11/06

Ένας πολιτικά συνεπέστατος βιασμός - ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Όταν στο σχολικό περιβάλλον «όλα επιτρέπονται» –ο ταξικός ανταγωνισμός μέσω «επώνυμων» ειδών αμφίεσης, χτενίσματα «πανκ» ή άλλης εξαλλοσύνης, επιδεικτικό μακιγιάζ, προκλητική γυμνοφάνεια στο ντύσιμο– γιατί εκπλήσσει η συνεπέστατη κατάληξη: ένας ομαδικός βιασμός μαθήτριας στις τουαλέτες βιντεοσκοπούμενος από συμμαθήτριες;

Στην ελλαδική κοινωνία της μεταπολιτευτικής περιόδου υπάρχει μία και μόνη πολιτική πρόταση, δηλαδή μία και μόνη πρόταση «νοήματος» της κοινωνικής συμβίωσης: η πρόταση ΠΑΣΟΚ – ο ιστορικοϋλιστικός αμοραλισμός. Το κόμμα που συμπτωματικά σήμερα κυβερνάει τη χώρα ούτε είχε ούτε έχει ούτε ενδιαφέρθηκε ποτέ να έχει διαφορετική πολιτική πρόταση. Ανεύθυνα, λοιπόν, επαγγέλλεται η κυβέρνηση «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση», αφού τέτοιο εγχείρημα δεν είναι δυνατό να σχεδιαστεί και να πραγματοποιηθεί δίχως έρεισμα «νοήματος» της κοινωνικής συμβίωσης, δίχως καινούργια πολιτική πρόταση.

Το ΠΑΣΟΚ είχε από την αρχή εξαγγείλει «κοινωνικό μετασχηματισμό», τον επιδίωξε και τον πραγματοποίησε. Άξονας κεντρικός του εγχειρήματος ήταν, φυσικά, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Το κοινωνικό της «νόημα» (ο στόχος που υπηρετούσε) ονομάστηκε «εκδημοκρατισμός» της παιδείας και της κοινωνίας. Αλλά ο «εκδημοκρατισμός» για το ΠΑΣΟΚ δεν είχε καμία σχέση με κοινωνιοκεντρικές (σοσιαλιστικές) προτεραιότητες, προτεραιότητες των σχέσεων κοινωνίας. Σήμαινε την ισοπέδωση όλων στο επίπεδο της ισότητας δικαιωμάτων, την κατάλυση κάθε ιεράρχησης ποιοτήτων στην εκπαίδευση και στον δημόσιο βίο, τη θεσμοποιημένη αναξιοκρατία.

Τα σχολικά βιβλία, τα αναλυτικά προγράμματα, η οργάνωση του σχολικού περιβάλλοντος απέβλεψαν να ετοιμάζουν παιδιά έτοιμα να διεκδικήσουν τα ατομικά τους δικαιώματα, να «αντισταθούν» σε μια επερχόμενη (φαντασιωδώς και συνεχώς) εθνικο-θρησκευτική χούντα. Κατάργησαν τη βαθμολογία στο Δημοτικό, τη διόρθωση των γραπτών εργασιών («Κάτω τα αιματοβαμμένα - διορθωμένα με κόκκινο– γραπτά»!), εξάλειψαν τις προϋποθέσεις της άμιλλας, της διάκρισης των αριστούχων. Ισοπέδωσαν και τους εκπαιδευτικούς, τους διαφοροποίησαν μόνο μισθολογικά με βάση τα χρόνια υπηρεσίας, διευθυντές δημοτικών, γυμνασιάρχες και λυκειάρχες έγιναν αιρετοί με προσωρινή θητεία. Κατάργησαν τους επιθεωρητές, δηλαδή κάθε έλεγχο και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, κάθε διάκριση του ικανού από τον ανίκανο, του εργατικού από τον ασυνείδητο.

Στον «κοινωνικό μετασχηματισμό» του ΠΑΣΟΚ και στη συναφή εκπαιδευτική του μεταρρύθμιση το σήμερα κυβερνών κόμμα δεν αντέταξε ποτέ την παραμικρή αντίρρηση ή κριτική. Όταν ξαναβρέθηκε στην εξουσία (για μια τριετία παρενθετική στην εικοσάχρονη απολυταρχία του ΠΑΣΟΚ) η αμηχανία του στα της Παιδείας ήταν κυριολεκτικά αξιοθρήνητη – δαπάνησε την κολοβωμένη κυβερνητική του θητεία σε φαιδρές επιπολαιότητες ενός «εθνικού διαλόγου». Αλλά και η σημερινή κυβέρνηση πάλι στον «διάλογο» καταφεύγει, αφού δεν έχει να αντιτάξει πρόταση κοινωνική, πολιτικό σχεδιασμό για στόχο άλλον από τον ιστορικοϋλιστικό αμοραλισμό.

Το τραγικότερο από όλα (τραγικό για την ελληνική κοινωνία, τις ποιοτικές της δυνάμεις και το μέλλον των παιδιών της) είναι η αποδεδειγμένη αδυναμία των στελεχών του κυβερνώντος σήμερα κόμματος (των φορέων δημόσιου λόγου) έστω και μόνο να καταλάβουν τι τους λέει κανείς όταν τους προσάπτει απουσία πολιτικής πρότασης, στόχων κοινωνικών. Δεν κατανοούν τη διαφορά ανάμεσα σε μια διαχειριστική πολιτική «βελτιώσεων» του τέλματος και σε μια πολιτική που τολμάει τομές ριζικών μεταρρυθμίσεων. Είναι τόσο στεγανά αποκλεισμένοι στη μονότροπη κομματική (αυτιστική) θεώρηση της πραγματικότητας, που δεν αντιλαμβάνονται ότι το κόμμα τους έχει ενεργά υιοθετήσει τις κοινωνικές στοχεύσεις του ΠΑΣΟΚ, τον ιστορικοϋλιστικό αμοραλισμό του ατομοκεντρικού «εκδημοκρατισμού».

Η σημερινή κυβέρνηση δουλεύει για το ΠΑΣΟΚ, υπηρετεί με συνέπεια τους κοινωνικούς στόχους του ΠΑΣΟΚ, εφαρμόζει πιστά την πολιτική του πρόταση. Όποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία γι’ αυτό, ας επιστρατεύσει στοιχειωδώς τη λογική του και την κρίση του στα όσα πράττει η κυβέρνηση (ή επιχειρεί ατελέσφορα να πράξει) τους τελευταίους έξι μήνες στον τομέα της Παιδείας – κυρίως, στον λόγο που συνοδεύει και στον τρόπο που μεθοδεύει τα εγχειρήματά της. Σε οποιονδήποτε άλλον τομέα του δημόσιου βίου η απουσία πολιτικής πρότασης («νοήματος» της κοινωνικής συμβίωσης, ποιότητας και στόχων) μπορεί να καμουφλαριστεί με ωραιολογίες και «επικοινωνιακά» τεχνάσματα. Στην Παιδεία αυτό είναι αδύνατο. Κάθε απροκατάληπτος (και νοήμων) πολίτης βλέπει ολοκάθαρα ότι η σημερινή κυβέρνηση απλώς διαχειρίζεται τον πασοκικό «εκδημοκρατισμό», δηλαδή την ιστορικοϋλιστική ατομοκρατία, τη δημοκοπία του «όλα επιτρέπονται». Ακόμα και ο βιασμός στις σχολικές τουαλέτες τιμωρείται με πενθήμερη αποβολή θυτών και θύματος – το υπουργείο Παιδείας συναινεί αδιαμαρτύρητα σε τέτοια απόφαση - Ύβρι.

Τα αδιέξοδα του πασοκικού Νόμου - πλαισίου για τα πανεπιστήμια και τον συνακόλουθο εξαθλιωτικό ευτελισμό της ανώτατης εκπαίδευσης μικρή μόνο μερίδα της ελλαδικής κοινωνίας μπορεί να τα πιστοποιήσει. Αλλά την κατάρρευση και ολοκληρωτική αχρήστευση του Λυκείου, ως θεσμού ή βαθμίδας της εκπαίδευσης, την αντιλαμβάνεται ασύγκριτα μεγαλύτερη κοινωνική μερίδα και την υφίσταται. Όπως αντιλαμβάνεται και ποια συντελεσμένη διάλυση μαρτυρούν οι διαδηλωτικοί τραμπουκισμοί των δασκάλων, η φαυλουργία των σχολικών «καταλήψεων», οι διαστροφικοί βανδαλισμοί κτιρίων και εκπαιδευτικού εξοπλισμού, με συμβολικό κορύφωμα τον βιασμό μαθήτριας από συμμαθητές στις σχολικές τουαλέτες.

Σίγουρα, σημαντική μερίδα της ελλαδικής κοινωνίας πιστοποιεί την αποσύνθεση του εκπαιδευτικού συστήματος. Σίγουρα κάποιο ποσοστό του πληθυσμού που ποτέ δεν μετρήθηκε έχει ξεκάθαρες και σαφείς απαιτήσεις πραγματικών και ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων στην εκπαίδευση. Αλλά αυτοί όλοι οι πολίτες ποιον να τιμωρήσουν στις προσεχείς εκλογές και σε ποιον να δώσουν τη ψήφο τους; Το ΠΑΣΟΚ είχε τουλάχιστον την ειλικρίνεια να σαρκώσει σε πολιτικό πρόγραμμα τον ιστορικοϋλιστικό αμοραλισμό, τον ατομοκεντρικό «εκδημοκρατισμό» του «όλα επιτρέπονται». Το κυβερνών σήμερα κόμμα της «Νέας Δημοκρατίας» μιμείται πειθήνια το ΠΑΣΟΚ, φιλοδοξεί να «βελτιώσει» κάποιες κραυγαλέα αποτυχημένες εκφάνσεις του πασοκικού προγράμματος, αλλά πειθαρχεί απαρέγκλιτα στην πασοκική νοηματοδότηση της κοινωνικής συμβίωσης.

Τα δύο «κόμματα εξουσίας» στην Ελλάδα σήμερα διαφοροποιούνται μόνο ως προς τους παίκτες (επιτρέποντας όμως και τις μεταγραφές παικτών), σε τίποτε άλλο. Η επαγγελματική ιδιοτέλεια εξομοιώνει τα δύο κόμματα, ιδεολογικές διαφορές δεν υπάρχουν (είναι «πολυσυλλεκτικά» και τα δύο) κοινές είναι και οι πολιτικές πρακτικές – παραλλάσσουν ενίοτε οι ατομικές ικανότητες. Τα υπόλοιπα στο κοινοβούλιο κόμματα επιβιώνουν, χρόνια τώρα, εξυπηρετώντας ψυχολογικές ιδιαιτερότητες μειοψηφιών.

Ποιος τολμάει να καταμετρήσει τίμια το τμήμα της ελλαδικής κοινωνίας που στερείται πολιτική - κομματική έκφραση;

«Η Καθημερινή», 19/11/2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: